Μαρία Βούλγαρη : Ο ιακωβινισμός και Ο Κώδικας της Ελληνικής Γλώσσας. Η Σημασία της Ορθογραφίας, που ορίζει πεδία.

Ένα καταπληκτικό Έργο του Θ.Σημαιοφόρου.
Κατά τη διάρκεια της γαλλικής επανάστασης, ο κόσμος ήρθε αντιμέτωπος με μία σωρεία ιδεολογικών και επιστημολογικών μεταβολών, τις οποίες, αν και οι σύγχρονοί τους δεν μπόρεσαν να μεταβολίσουν, οι μετέπειτα κοινωνίες τις περιέθαλψαν και τις αφομοίωσαν. Η πιο ακραία έκφανση της επαναστατικής περιόδου, υπήρξε αναμφισβήτητα η δράση των Ιακωβίνων, των οποίων η ιδεολογία εκφράστηκε έντονα και τρομοκράτησε τις σύγχρονες ευρωπαϊκές απολυταρχίες.
Ο ιακωβινισμός έλκει την ονομασία του από τη «Λέσχη των Ιακωβίνων» [Club des Jacobins], μία πολιτική οργάνωση που ιδρύθηκε λίγο πριν να ξεσπάσει η γαλλική επανάσταση και είχε στόχο την εφαρμογή των ριζοσπαστικών πολιτικών και κοινωνικών ιδεών της εποχής τους. Το όνομα προκύπτει από την έδρα της οργάνωσης, ένα μοναστήρι δομινικανών μοναχών, οι οποίοι φιλοξενούσαν προσκυνητές του Αγίου Ιακώβου της Κομποστέλλα.
Η ιακωβινική πολιτική αντίληψη, συνίσταται στην εκπλήρωση μίας ολοκληρωτικής δημοκρατικής κοινωνίας, ισότητας και αλληλεγγύης, στην οποία κυριαρχεί η «γενική θέληση». Η συγκρότηση του ιδεολογικού αυτού μορφώματος, λιγότερο ή περισσότερο, πρέπει να αποδοθεί στην πολιτική φιλοσοφία και διανόηση του Ζαν Ζακ Ρουσσώ και τον όρο της «γενικής θέλησης». Η όλη ιακωβινική πολιτική – που είναι κατ’εξοχήν ιδεολογική – θεμελιώνεται πάνω στον όρο αυτό. «Γενική θέληση» δεν είναι, φυσικά, η υπάρχουσα κοινή γνώμη, η γνώμη, δηλαδή, της αριθμητικής πλειοψηφίας, αλλά η κοινή και λογικά τεκμηριωμένη επιδίωξη μίας ακαθόριστα παρουσιαζόμενης συλλογικής οντότητας, του έθνους ή του λαού, η οποία επιδίωξη προκύπτει ως αναγκαίο ενδογενές κέλευσμα του συνόλου και διαθέτει πανανθρώπινο αντίκρυσμα. Από αυτή την θεώρηση προκύπτουν και τα δύο στάδια του ιακωβινισμού, το ανώριμο και το εμπεδωμένο, το οποίο ενδιαφέρει κυρίως την ιδεολογική κριτική του. Στην ανώριμη φάση του, ο ιακωβινισμός προωθούσε την αντίληψη των άμεσων αιτημάτων της καταπιεσμένης οικονομικά λαϊκής μάζας. Στη φάση της εμπέδωσης, ο ιακωβινισμός απαρνήθηκε τα αιτήματα ενός λαού που κατά την κρίση των Ιακωβίνων, είχε διαφθαρεί από τα μοναρχικά και χριστιανικά ιδανικά. Αντιθέτως, προωθούσε την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας από τους αντιπροσώπους του λαού, δηλαδή τους Ιακωβίνους, που παρουσιάζονταν μεσσιανικά ως οι μοναδικοί κάτοχοι της γνώσης και της αλήθειας.
Έτσι πρέπει να εξετάσουμε το φαινόμενο του ιακωβινισμού κατά την περίοδο 1793-1794, την εποχή της λεγόμενης «Τρομοκρατίας» στο Παρίσι, όταν η «Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας» υπό τους Ροβεσπιέρο, Σαιν Ζυστ και Κουτόν, βρισκόταν στο ζενίθ της πολιτικής ισχύος. Οι Ιακωβίνοι, εκείνη τη χρονική συγκυρία, χαρακτηρίζονται από την απολυταρχική τους διάθεση και τον συνειδητό και δεδηλωμένο μεσσιανισμό τους. Οι ίδιοι θεωρούν πως εκτελούν ένα ιστορικό χρέος και επί της ουσίας δε συνδιαλέγονται με κανένα άτομο, ούτε ακόμα με την εμπειρική ερμηνεία των φαινομένων, αλλά με την ολότητα της φιλοσοφικής θεώρησης, με την ίδια την ανθρώπινη φύση και το χρέος της απέναντι στο σύνολο της ανθρωπότητας. Κάθε αντίλογος που εμφανίζεται κρίνεται επικίνδυνος για τη νέα κοινωνία που προσπαθούν να δημιουργήσουν, και ο τρόπος περιορισμού αυτής της απειλής δεν είναι η κριτική στην ιδέα που πρεσβεύει ο αντιφρονών, αλλά μόνον η φυσική εξόντωσή του. Και αυτή όχι ως μέσο αυθαίρετης επιβολής, αλλά ως λογικά τεκμηριωμένη μέθοδος διαβεβαίωσης της κοινωνικής ασφάλειας, καθώς η ιακωβινική σκέψη, όπως θα δούμε, ταυτίζει απόλυτα το άτομο και τη φύση του με την ιδέα που πρεσβεύει.
Με τους Ιακωβίνους δημιουργείται ένα παράδοξο φαινόμενο. Η αντίληψή τους για τη δημοκρατία είναι μανιχαϊστική, διαιρεί, δηλαδή, τους πολίτες σε καλούς (αυτούς που μετέχουν της ιακωβινικής ιδεολογίας) και κακούς (οι υπόλοιποι). Είναι γνωστό ότι αυτό το δίπολο της αντίληψης για το δέον και το είναι, τα οποία ένας ιδεολογικός άνθρωπος τα ταυτίζει και δημιουργεί την ιδεολογική του πραγματικότητα, στην ουσία συνιστά την απαρχή των όρων «αριστερά» και «δεξιά» στην πολιτική επιστήμη. Άλλωστε, οι όροι απέκτησαν υπόσταση κατά τη γαλλική επανάσταση. Συγκεκριμένα, εξελίχθηκε καθώς στη βουλή των αντιπροσώπων, η παράταξη που ήταν τοποθετημένη στα αριστερά των εδράνων υποστήριζε απόλυτη λαϊκή κυριαρχία και η παράταξη που βρίσκοταν δεξιά, επιχειρούσε τις λιγότερες δυνατές μεταβολές στο μοναρχικό πολίτευμα. Οι Ιακωβίνοι, φυσικά, υποστήριζαν την απόλυτη πληρεξουσιότητα του λαού και την εκδίωξη του μονάρχη. Το παράδοξο είναι πως ο τρόπος που όρισαν τη λαϊκή κυριαρχία, τεκμηριώνονταν με την ανάδειξη εθνικών αντιπροσώπων που γνώριζαν καλύτερα από τα υπόλοιπα φυσικά πρόσωπα το «πραγματικό» συμφέρον του λαού, εγκαθιστώντας έτσι μία ιδιότυπη μορφή ολιγαρχίας.
Ο ίδιος ο λαός, λοιπόν, σύμφωνα με την ιακωβινική ιδεολογία, δεν μπορεί να εκπροσωπείται από τον εαυτό του, παρά να είναι το σημείο αναφοράς, προκειμένου μεν να αποφευχθεί η οχλοκρατία, αλλά παράλληλα να διασφαλιστούν τα συμφέροντα της παραδεδεγμένης βούλησης του συνόλου. Μάλιστα, το ιδεαλιστικά ορισμένο «πραγματικό» λαϊκό σύνολο είναι ουσιαστικά έρμαιο της ερμηνείας ενός Ιακωβίνου, και κάθε στοιχείο που θα κριθεί εκτός του συνόλου αυτού, αυτομάτως θα στοχοποιηθεί και θα πρέπει τάχιστα να εξοντωθεί.
Του Θεοχάρη Χατζημανώλη
Η ιακωβινική ιδεολογία έχει επιδράσει και στην ελληνική γλώσσα, όπου τις τελευταίες δεκαετίες υπάρχει μία τάση να καταργηθεί η ορθογραφία και έχουμε μόνο ένα όμικρον και ένα ιώτα, χάριν της ευκολίας και της υπεραπλούστευσης. Υπάρχει ένα σπουδαίο έργο με την ονομασί Ο Κώδικας της Ελληνικής Γλώσσας του Θεολόγου Σημαιοφόρου, που αναδεικνύει το βάθος της ορθογραφίας και τη συμπαντική ερμηνεία για κάθε γράμμα (ακολουθoύν video)
Κωδικές Έννοιες των Γραμμάτων και Μνήμη
Ορθογραφία και Ορισμός Πεδίων, κίνηση, έκταση, ενέργεια (π.χ. πεδίο και παιδί)