«Ο χείμαρρος όρμησε σαν θηρίο»: Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες από την υγρή κόλαση στη Βαλένθια
Δεκάδες άνθρωποι αναγκάστηκαν να περάσουν τη νύχτα στη Βαλένθια πάνω σε φορτηγά ή αυτοκίνητα, στις στέγες καταστημάτων ή βενζινάδικων ή παγιδεύτηκαν στα οχήματά τους σε πλημμυρισμένους δρόμους μέχρι να απεγκλωβιστούν από τους διασώστες.
Οι σφοδρές βροχοπτώσεις προκάλεσαν μπλακ άουτ επηρεάζοντας 115.000 νοικοκυριά, κλείσιμο δρόμων και αναστολή της σιδηροδρομικής γραμμής υψηλής ταχύτητας μεταξύ της Μαδρίτης – Βαλένθια και του δρόμου προς τη Βαρκελώνη.
Η καταιγίδα κινείται προς την Καταλονία, την Αραγονία, την Εξτρεμαδούρα, τη Ναβάρα και τη δυτική Ανδαλουσία, όπου το Κάντιθ είναι σε κόκκινο συναγερμό λόγω του κινδύνου πλημμυρών. Τα συνεργεία διάσωσης εργάζονται ακατάπαυστα για τον απεγκλωβισμό ανθρώπων που έχουν παγιδευτεί στα χαλάσματα, με τη βοήθεια εκπαιδευμένων σκύλων για τον εντοπισμό πτωμάτων.
«Έμοιαζε σαν πλημμύρα»
Ο Josefa Morales, 75 ετών, σύμφωνα με το ισπανικό μέσο ενημέρωσης el pais, ζει πολύ κοντά στη γέφυρα Picanya που κατέρρευσε χθες.
«Φαινόταν σαν κατακλυσμός. Δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο στη ζωή μου», αναφέρει
«Είναι μια καταστροφή. Όλα έχουν καταστραφεί. Και τώρα δεν μπορείς να περάσεις στο άλλο μέρος της πόλης» προσθέτει.
Ο πρόεδρος της Αραγονίας, ο Χόρχε Ασκόν, ταξίδεψε το απόγευμα της Τετάρτης στο Μονταλμπάν, στο Τερουέλ, τον δήμο που πλήττεται περισσότερο στην κοινότητα της Αραγονίας. Στο Μονταλμπάν, το νερό έτρεξε σε ένα κανάλι, σηκώνοντας μέρος της ασφάλτου και παρασύροντας οχήματα.
«Βλέποντας τι έχει συμβεί, σταθήκαμε τυχεροί εδώ, υπάρχουν μόνο υλικές ζημιές», είπε μετά την επίσκεψη στην περιοχή.
Ο πρόεδρος της Αραγονίας ζήτησε από τους πολίτες να αποφεύγουν τις περιττές μετακινήσεις και να μένουν μακριά από παραποτάμιες περιοχές.
«Η γειτόνισσα ούρλιαζε γιατί ο άντρας της πνιγόταν»
Έξω από την πόρτα του σπιτιού της Anyi στην οδό Valencia στην Picanya υπάρχει ένα βουνό από στρώματα, κρεβάτια, κουτιά και κάθε είδους σκουπίδια που έφερε η πλημμύρα. Το μισό σπίτι του καταστράφηκε από το νερό αλλά εκείνη διατηρεί την ψυχραιμία της.
«Είμαστε όλοι καλά και αυτό είναι το σημαντικό», λέει έχοντας στο μυαλό της ακόμα τις κραυγές του γείτονά της απέναντι. «Ζήτησε βοήθεια, γιατί ο άντρας της πνιγόταν. Και τελικά πέθανε» αναφέρει.
Η γυναίκα, επέστρεψε στο σπίτι χέρι-χέρι με τη μικρή της κόρη κατά μήκος του δρόμου όπου νωρίτερα κατέρρευσε ένα σπίτι. «Έπεσε περίπου 20 λεπτά αφότου περάσαμε. Το νερό ήταν ήδη ψηλά και τρέχαμε», ανέφερε.
Φωτογράφος της EL PAÍS: «Ο χείμαρρος μπήκε στο σπίτι σαν θηρίο»
Η Mònica Torres, φωτογράφος του El País και κάτοικος της Picanya, έχει το σπίτι της κοντά στη χαράδρα Poyo, η οποία υπερχείλισε χθες και κατέστρεψε τα πάντα στο πέρασμά της.
Είχε τραβήξει εικόνες το πρωί από κάποιες περιοχές που επλήγησαν από την καταιγίδα και στα μέσα του απογεύματος κοίταξε έξω την κοίτη του ποταμού, που ήδη κατέβαινε με πολύ νερό, αν και δεν υπήρχαν ειδοποιήσεις εκκένωσης. Είδε φωτογραφίες από τον δήμου Ουτιέλ και από ένστικτο άρχισε να φέρνει όσα υπάρχοντα μπορούσε στο πάνω όροφο του σπιτιού. Όταν έφτασε ο άντρας της, μετά τις επτά το απόγευμα, το νερό ήταν στις πόρτες του σπιτιού τους. Μέσα σε πέντε λεπτά ο χείμαρρος άρχισε να μπαίνει στο σπίτι «σαν θηρίο».
Το νερό πλημμύριζε ήδη το υπόγειο και τον πρώτο όροφο, σχεδόν μέχρι το φωτιστικό, ενώ έβλεπε τα αυτοκίνητα να παρασύρονταν από το ρεύμα.
Πέρασαν τη νύχτα της Τρίτης χωρίς νερό, χωρίς φαγητό, μέχρι τις επτά το πρωί όταν μια ομάδα γειτόνων ήρθε να τους βοηθήσει.
Το μονοπάτι για το σπίτι τους, είναι γεμάτο κλαδιά και χαλάσματα από τους πεσμένους τοίχους των γειτόνων τους. Θα μείνουν στο σπίτι ενός φίλου γιατί έχουν χάσει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων των δύο αυτοκινήτων τους. «Το καλό ήταν ότι ήμασταν μαζί, ότι και αν μας συνέβαινε, ήμασταν μαζί. Δεν μας ένοιαζε το σπίτι», εξηγεί. Κανείς δεν μας λέει τίποτα τώρα, δεν ξέρουμε καν από πού να ξεκινήσουμε, είμαστε αποκαρδιωμένοι» καταλήγει.
«Ένα σπιτικό μέσα σε καρότσι σούπερ μάρκετ»
Ο Έσπε, 63 ετών, έφυγε χθες από την Πικάγια για να πάει για έλεγχο στο νοσοκομείο της Βαλένθια. «Και από τότε προσπαθούμε να επιστρέψουμε», λέει, πίσω από το τιμόνι του μικρού μπλε οχήματος. Η κόρη του, Αντριάνα, 29 ετών, τον συνόδευσε στον γιατρό και στη συνέχεια προσπάθησαν και οι δύο να φτάσουν πίσω στη Picanya, αλλά ήταν αδύνατο. Η αστυνομία τους είπε να γυρίσουν με το αυτοκίνητο καθώς το μετρό δεν λειτουργούσε. Διανυκτέρευσαν στη Βαλένθια, στο σπίτι της κόρης τους, και σήμερα μόλις το απόγευμα, κατάφεραν να επιστρέψουν στην Picanya.
Στο μεταξύ, η είσοδος, στην οδό Βαλένθια, είναι εντυπωσιακή: Παντού αυτοκίνητα αναποδογυρισμένα, το ένα πάνω στο άλλο, ενώ γείτονες σέρνουν καρότσια του σούπερ μάρκετ γεμάτα αντικείμενα, όσο καλύτερα μπορούν μέσα στη λάσπη. «Τι λυπηρό. Η καρδιά μου πάει να σπάσει», λέει ο Έσπε.
«Πέρασα τη νύχτα γατζωμένος σε ένα φράκτη»
Ένα ζευγάρι με δύο παιδιά φεύγει από την πόλη φορτωμένοι με τσάντες και σακίδια. «Θα πάμε στο σπίτι των πεθερών μου στη Βαλένθια», εξηγεί ο Βίκτορ καθώς δεν υπάρχει ακόμα τρόπος πρόσβασης στην Paiporta, παρά μόνο με τα πόδια.
Ο Βίκτορ πέρασε τρεις ώρες «γαντζωμένος σε έναν φράχτη» το προηγούμενο βράδυ. Τουλάχιστον ήταν σε θέση να τηλεφωνήσει στη γυναίκα του για να της πει ότι ήταν καλά.
Είδε πώς και άλλοι γείτονες αρπάζονταν από ό,τι μπορούσαν, για να μην παρασυρθούν από τη δύναμη του χειμάρρου, ενώ άκουγε απεγνωσμένες κραυγές για βοήθεια.
Όταν έπεσε λίγο η στάθμη του νερού, πήγε στο σπίτι του και ανέβηκε στον δεύτερο όροφο, όπου δεν έφθασε το νερό.
«Είμαι εδώ από θαύμα»
Ο Ρομπέρτο, 53 ετών, αποκλείστηκε στον αυτοκινητόδρομο από την πλημμύρα κοντά στη Βαλένθια, γύρω στις οκτώ το απόγευμα.
«Τα αυτοκίνητα άρχισαν να σταματούν, κάποια να στρίβουν σε λάθος κατεύθυνση μέχρι που στο τέλος μείναμε ακίνητοι. Το νερό άρχισε να ανεβαίνει και ανεβήκαμε στην οροφή του αυτοκινήτου. Αντέξαμε πάνω από τέσσερις ώρες. Και σχεδόν στη 1 τα ξημερώματα αρχίσαμε να περπατάμε για να επιστρέψουμε σπίτι στη μέση του δρόμου. Δεν υπήρχε φως, αστυνομία, τίποτα. Ήταν σαν ταινία. Το νερό κατέβαινε στο δρόμο και ήμασταν κοντά στη ράμπα που πέφτει στο ποτάμι. Φοβήθηκα… Είμαι εδώ από θαύμα», λέει, ενώ καθάριζε από λάσπη με τη βοήθεια φακού που κρατούσε η κόρη του γιατί δεν έχει ρεύμα.
«Ένα κύμα ήρθε, σαν τσουνάμι»
Ο Guillermo Serrano Pérez, 21 ετών, πέρασε τη νύχτα παγιδευμένος με τους γονείς του σε μια από τις γέφυρες πάνω από τον αυτοκινητόδρομο V-31, γνωστή ως Pista de Silla. Επέστρεφαν με το αυτοκίνητο στην πόλη τους την Paiporta, όπου ζουν 25.300 κάτοικοι όταν έλαβαν την ειδοποίηση κόκκινου συναγερμού στα κινητά τους τηλέφωνα.
Μόλις πέντε λεπτά αργότερα άρχισε το χάος. «Γύρω στις 20:30 άρχισε να έρχεται το νερό. Ήρθε ένα κύμα, σαν να ήταν τσουνάμι, και έπρεπε να ανέβουμε αμέσως σε μια από τις γέφυρες που διασχίζουν τον αυτοκινητόδρομο. Τα αυτοκίνητα που ήταν σταθμευμένα κοντά πλημμύρισαν εντελώς», λέει.
Κατάφεραν να βγάλουν από τη λάσπη μια γυναίκα με ένα μωρό και έναν άλλο άνδρα, ενώ άφησαν τα αυτοκίνητά τους να τα παρασύρει το νερό.
«Το κύμα έπιασε την κοπέλα πολύ πιο μπροστά από εμάς και δεν είχε χρόνο να αντιδράσει και έπρεπε να βγει από το παράθυρο», λέει ο Serrano. Πέρασαν τη νύχτα στην ύπαιθρο, παρέα με άλλα θύματα, χωρίς να κοιμηθούν, μέχρι που εμφανίστηκαν οι πυροσβέστες στις 5:30 τα ξημερώματα.
2.500 διασώσεις στη Βαλένθια
Τα συνεργεία διάσωσης έχουν πραγματοποιήσει περίπου 2.500 διασώσεις στη Βαλένθια. Οι κύριες επιχειρησιακές προσπάθειες κατανέμονται για τη βοήθεια και τη διάσωση ανθρώπων αλλά και την πρόληψη λεηλασιών, αν και ήδη έχει καταγραφεί μία τουλάχιστον λεηλασία σε κατάστημα στην Picanya.