Πειραιάς: Ξεκινά η δίκη για την δολοφονία της 12χρονης από τον γείτονα της που την έκαψε ζωντανή
Ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Πειραιά, θα βρεθεί σήμερα (11/02) ο άνδρας που έκαψε ζωντανό ένα 12χρονο κορίτσι στις σκάλες του σπιτιού της, τον Σεπτέμβριο του 2011.
Δεκατρία χρόνια μετά, στο εδώλιο του κατηγορούμενου θα καθίσει ο γείτονας της οικογένειας του αδικοχαμένου κοριτσιού, ο οποίος κατηγορείται για ανθρωποκτονία με δόλο, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, εμπρησμό από πρόθεση από τον οποίο προέκυψε κίνδυνος για άνθρωπο, απόπειρα βιασμού και αποπλάνηση ανηλίκου κάτω των 14 ετών.
Στη σημερινή ακροαματική διαδικασία που θα αναβιώσει τα όσα φρικτά βίωσε το 12χρονο κορίτσι, πρώτοι αναμένεται να καταθέσουν οι τραγικοί γονείς της που όλα αυτά τα χρόνια έδωσαν έναν τεράστιο αγώνα για την αποκάλυψη της αλήθειας.
Το χρονικό της άγριας δολοφονίας
Στις 23 Σεπτεμβρίου του 2011, η 12χρονη είχε βρεθεί με καθολικά εγκαύματα σε ποσοστό 80% στην επιφάνεια του σώματός της στα σκαλιά της πολυκατοικίας όπου διέμενε με τους γονείς της και τον μικρότερο αδερφό της.
Το κορίτσι με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ μεταφέρθηκε στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας και εν συνεχεία στο Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία», όπου και εξέπνευσε έπειτα από 13 ημέρες νοσηλείας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αρχικά, ο θάνατός της ανήλικης αποδόθηκε σε αυτοχειρία λόγω ενός χειρόγραφου σημειώματος της ανήλικης που βρέθηκε στην οικία της.
Η υπόθεση ανασύρθηκε μετά από υπόμνημα που κατέθεσαν οι γονείς της 12χρονης για συμπληρωματική διερεύνηση της υπόθεσης. Έτσι η δικογραφία βγήκε από το συρτάρι και έγιναν νέες ανακριτικές πράξεις, επικεντρωμένες πλέον στην ανακάλυψη της ποινικής εμπλοκής του γείτονα, σε βάρος του οποίου ασκήθηκε, τελικά, ποινική δίωξη.
Το παραπεμπτικό βούλευμα
Σύμφωνα με το βούλευμα που τον παραπέμπει αναφέρεται: «Το σπίτι του κατηγορούμενου είχε μπαλκόνι με άμεση πρόσβαση στο μπαλκόνι της ανήλικης. Όπως προέκυψε από καταθέσεις μαρτύρων, είχε παρενοχλήσει το κορίτσι στο αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα.
Αναφορικά με την παρουσία του στο κλιμακοστάσιο, ο ίδιος αναγνώρισε αμέσως τη Ζενέιντα μόλις αντίκρισε της καμμένη μάζα, στην οποία είχε μετατραπεί η ανήλικη, τη στιγμή που οι γονείς της δεν κατάφεραν να την αναγνωρίσουν παρά μόνο από τα νύχια της και τα σκουλαρίκια που φορούσε. Περαιτέρω, ο κατηγορούμενος υποστήριζε από την πρώτη στιγμή ότι η 13χρονη έβαλε τη φωτιά από μόνη της ενώ στην οικογένεια και στους συγγενείς της υποστήριζε ότι προσπάθησε να σβήσει τη φωτιά με τα χέρια του γι αυτό και τα είχε τυλιγμένα με γάζες. Μετά το συμβάν και κατά τη νοσηλεία της ανήλικης, ο κατηγορούμενος πήγαινε κάθε μέρα, στο σπίτι της, ρωτώντας, επιμόνως, εάν η παθούσα είχε αναφέρει κάτι στην αστυνομία».
Από την πλευρά του ο κατηγορούμενος απολογούμενος αρνήθηκε τις αποδιδόμενες σε αυτόν κατηγορίες και ισχυρίστηκε, σε αντίθεση με όσα είχε, προηγουμένως, εκθέσει ότι δεν αναγνώρισε την ανήλικη όταν την αντίκρισε καμμένη και ότι τα χέρια του δεν κάηκαν καθόλου γιατί δεν υπήρχε φωτιά. Επίσης, υποστήριξε πως οι σχέσεις του με την οικογένεια της 12χρονης ήταν καθαρά τυπικές.