Η Τουρκία σε σημείο χωρίς επιστροφή: Δημοκρατία ή Αυταρχισμός

Η Τουρκία βρίσκεται όντως σε σημείο χωρίς επιστροφή. Τα «Παιχνίδια Εξουσίας» αναδημοσιεύουν από το Κ-Report των Κώστα Καλλίτση και Παύλου Τσίμα που κυκλοφορεί κάθε μέρα σε συνδρομητική μορφή και με πλούσια ύλη και που κάθε Τετάρτη διανέμει στους συνδρομητές του «Γράμμα από την Τουρκία». «Γράμμα» για το οποίο φροντίζουν οι δημοσιογράφοι Ευάγγελος Αρεταίος και Μαρία Ζαχαράκη.
Γράφει το Κ-Report:
Η Τουρκία έχει εισέλθει πλέον σε έναν ιστορικό αγώνα του οποίου η έκβαση θα κρίνει το πεπρωμένο της χώρας.
«Είναι μια σύγκρουση που είχε ήδη αρχίσει να διαγράφεται από τις διαδηλώσεις του Γκεζί το 2013 αλλά σήμερα έχει πλέον γίνει μετωπική και χωρίς έλεος για κανένα από τα δυο αντίπαλα στρατόπεδα», είπε στο KReport βετεράνος Τούρκος αναλυτής.
Η σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, οι μαζικές διαδηλώσεις, η καταστολή των μέσων ενημέρωσης και η κλιμάκωση της πολιτικής και οικονομικής κρίσης φέρνουν τη χώρα σε ένα κομβικό σημείο. Στο πολιτικό και κοινωνικό τοπίο διαγράφεται πλέον καθαρά μια γραμμή αντιπαράθεσης που χωρίζει δύο Τουρκίες: Μια που ελπίζει στον εκδημοκρατισμό και μια που παραμένει βαθιά αυταρχική.
Αντικρουόμενα αφηγήματα: Οι τουρκικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις αναπαριστώνται εντελώς διαφορετικά από τα φιλοκυβερνητικά και τα αντιπολιτευόμενα μέσα ενημέρωσης.
Εφημερίδες όπως η Sabah, η Yeni Şafak και η A Haber προβάλλουν ένα αφήγημα συνωμοσιολογικό και σχεδόν πολεμικό: Η αντιπολίτευση φέρεται ως «εργαλείο ξένων δυνάμεων», οι διαδηλωτές παρουσιάζονται ως «εξτρεμιστές» και ο Ιμάμογλου συγκρίνεται με «τηλεκατευθυνόμενες μαριονέτες τύπου Γκουαϊδό». Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Μπερτζάν Τουτάρ στη Sabah, «οι αντίπαλοι του Έρντογαν είναι χρήσιμοι ηλίθιοι ενός καταρρέοντος φιλελεύθερου παγκόσμιου συστήματος».
Αντιθέτως, αντιπολιτευόμενα μέσα ενημέρωσης όπως η Cumhuriyet, η Sözcü και η T24 αναδεικνύουν την εντεινόμενη καταστολή, τη συρρίκνωση των θεσμών και την ιστορική σημασία της λαϊκής κινητοποίησης. Ο Ραχμί Τουράν έγραψε στη Sözcü: «Μπορεί να περάσετε χειροπέδες στα χέρια του Ιμάμογλου, αλλά όχι στις καρδιές του λαού».
Νέοι: Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία των τελευταίων ημερών είναι η παρουσία των νέων στους δρόμους, ειδικά της Γενιάς Ζ. Η προκατάληψη ότι οι νέοι στην Τουρκία είναι πολιτικά αδιάφοροι καταρρίφθηκε. Οι φοιτητικές ενώσεις και οι νέες οργανώσεις πολιτών έχουν βγει μπροστά, απαιτώντας δημοκρατία και διαφάνεια. Οι εικόνες από τα πανεπιστήμια της Άγκυρας, της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης μαρτυρούν μια νέα πολιτική δυναμική.
«Η γενιά Ζ το γνωρίζει πλέον ξεκάθαρα: Δεν χρειάζονται κανέναν να μιλήσει για αυτούς. Απλώς αναζητούν έναν χώρο όπου να ακούγεται η φωνή τους. Ο Ιμάμογλου γνωρίζει αυτή τη σιωπηλή συμφωνία. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημά του: Δεν λέει ότι θα τους σώσει, λέει ότι μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα μαζί», έγραψε η Σουκράν Πακκάν στο Τ24.
Ο Ερντογάν δεν κάνει πίσω: Ο Ερντογάν, έχοντας φτάσει μέχρι εδώ, δεν πρόκειται να υποχωρήσει και η δημόσια κατακραυγή για τη σύλληψη του Ιμάμογλου τελικά θα εξασθενίσει καθώς η καθημερινή ζωή θα επιστρέφει σε μια κανονικότητα ενώ έρχεται και η μεγάλη αργία, το μπαϊράμι, σημειώνει η Άμπεριν Ζαμάν, από το Al-Monitor.
O Oζέλ ανακοίνωσε την Τριτη το βράδυ ότι οι διαδηλώσεις δεν θα συνεχίσουν κάθε μέρα και κάλεσε τον κόσμο να διαδηλώσει εκ νέου το Σάββατο στην Κωνσταντινούπολη.
Η σιωπή της Δύσης: Η στάση των ΗΠΑ και της ΕΕ απέναντι στην κρίση που μαίνεται στην Τουρκία προκαλεί έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό. Από τη μία πλευρά, φιλοκυβερνητικοί αναλυτές βλέπουν στη σχετική σιωπή της Δύσης μια επιβεβαίωση της «στρατηγικής σημασίας» της Τουρκίας. Η Sabah έγραψε ότι «οι δυτικοί καταλαβαίνουν πια πως η Τουρκία είναι πυλώνας του νέου πολυπολικού κόσμου και δεν μπορούν να την αγνοήσουν».
Στον αντίποδα, δημοσιογράφοι όπως η Τζανσού Τσαμλιμπέλ στο T24 καταδεικνύουν πως η ανοχή της Δύσης οφείλεται σε καθαρό ρεαλισμό και όχι σε αναγνώριση. «Η Δύση ανέχεται τον αυταρχισμό του Ερντογάν γιατί τον χρειάζεται – για τη συμφωνία για το προσφυγικό, για το ΝΑΤΟ, για την ενεργειακή ασφάλεια», γράφει. Αλλά προσθέτει προειδοποιητικά: «Η υπομονή της Ουάσινγκτον και των Βρυξελλών δεν είναι ανεξάντλητη».
Το ίδιο τονίζει και η Μπάρτσιν Γινάνς: «Η κυβέρνηση Ερντογάν προσπαθεί να εμφανιστεί ως ισχυρός παίχτης, αλλά πίσω από τις επισκέψεις Φιντάν και Κιλίτς (σύμβουλος του Ερντογάν) στην Ουάσινγκτον υπάρχει πανικός. Προσπαθούν να εξαγοράσουν ανοχή προσφέροντας παραχωρήσεις στη Συρία και στο Ισραήλ».
Το Bloomberg, σε άρθρο του με τίτλο “Erdoğan bets the World will ignore Turkey’s turmoil”, επισημαίνει τη στρατηγική του Τούρκου προέδρου: «Η Δύση μπορεί να σιωπά τώρα, αλλά η σιωπή αυτή ενδέχεται να έχει ημερομηνία λήξης, ειδικά αν ο Ιμάμογλου μετατραπεί σε διεθνές σύμβολο της αντίστασης».
Το «πλαστό δίπλωμα» του Ιμάμογλου: Η καταγγελία για «πλαστό δίπλωμα» ξεκίνησε το 2020 μέσω του CİMER, της κυβερνητικής πλατφόρμας καταγγελιών, ωστόσο τότε η υπόθεση έκλεισε όταν το πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης επιβεβαίωσε την εγκυρότητα του τίτλου σπουδών του. Τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2024, η ίδια καταγγελία επανήλθε, αλλά αυτή τη φορά δεν στάλθηκε στο πανεπιστήμιο, αλλά κατευθείαν στην εισαγγελία, η οποία ξεκίνησε νέα έρευνα.
Η καθηγήτρια Uysal σχολιάζει πως τέτοιες αναφορές λειτουργούν ως εργαλεία πολιτικής απαξίωσης: «Ένας μεγάλος όγκος πληροφοριών – είτε αληθινές είτε όχι – συγκεντρώνεται σε ένα κέντρο, το οποίο αποφασίζει πότε και πώς θα τις χρησιμοποιήσει για να φθείρει αντιπάλους». Από την πλευρά του, ο συνήγορος του Ιμάμογλου, Pehlivan, επισημαίνει το τεράστιο κόστος τέτοιων διαδικασιών: «Δεκάδες εκατομμύρια λίρες δαπανώνται για έρευνες βασισμένες σε αβάσιμες καταγγελίες, ενώ παραβιάζεται το τεκμήριο αθωότητας».
Η ιστορία του CİMER: Η αντιπολίτευση έχει χαρακτηρίσει το CİMER εργαλείο πολιτικής πίεσης, και το 2022 προσέφυγε στο Συνταγματικό Δικαστήριο κατά του προεδρικού διατάγματος που το διέπει. Το δικαστήριο αποδέχθηκε ότι το σύστημα προκαλεί παραβιάσεις δικαιωμάτων και ακύρωσε το νομικό του πλαίσιο, δίνοντας στην κυβέρνηση προθεσμία έως τον Νοέμβριο του 2024 για να θεσπίσει νέο.
Ωστόσο, η προθεσμία εξέπνευσε χωρίς νομοθετική παρέμβαση, αφήνοντας το CİMER χωρίς νομική βάση. Παρόλα αυτά, το σύστημα συνεχίζει να λειτουργεί.
Η Τουρκία έχει δει ξανά διαμαρτυρίες. Το Γκεζί (2013) παραμένει η πιο εμβληματική περίπτωση. Οι νέες γενιές, φοιτητές και Gen-Z’ers, δεν θυμούνται απλώς το Gezi – το μελετούν και το εξελίσσουν. Το αίτημα είναι το ίδιο: δημοκρατία, ελευθερία, δικαιοσύνη. Η διαφορά είναι ότι αυτή τη φορά, υπάρχει ένας οργανωμένος πολιτικός φορέας πίσω από τις κινητοποιήσεις.
*** *** ***
Μια ματιά στην οικονομία:
Η πολιτική κρίση έχει επιταχύνει δραματικά την οικονομική αποσταθεροποίηση της Τουρκίας. Όπως περιγράφει με ακρίβεια ο Φατίχ Οζατάι στο Yetkin Report, η σύλληψη Ιμάμογλου είχε 4 άμεσες επιπτώσεις:
Η τουρκική λίρα κατρακύλησε, με την Κεντρική Τράπεζα να δαπανά 20–25 δισ. δολάρια σε αποθέματα συναλλάγματος για να την στηρίξει.
Το επιτόκιο διατραπεζικού δανεισμού έφτασε στο 45,7%.
Ο δείκτης CDS εκτοξεύτηκε από τις 250 στις 328 μονάδες βάσης, επαναφέροντας μνήμες της κρίσης του 2018.
Οι Αρχές θέλησαν να αποτρέψουν τους εισαγωγείς, ιδίως αυτούς που θα εισάγουν συνάλλαγμα, πριν αυξηθεί περαιτέρω η συναλλαγματική ισοτιμία. Προκειμένου να αποτρέψει αυτή την τάση να ωθήσει την ισοτιμία ακόμη υψηλότερα, η ΚΤΤ άρχισε να διενεργεί συναλλαγές συναλλάγματος με διακανονισμό σε τουρκικές λίρες.
Ισοτιμία: 1$ / 38TL και 1€ / 41.02TL
Οι Financial Times υπολόγισαν ότι η πολιτική δίωξη του Ιμάμογλου έχει στοιχίσει στη χώρα ήδη 70 δισ. ευρώ.
Οι οικονομικές προοπτικές: Εάν η κρίση εμβαθύνει, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Φατίχ Οζατάι, η ζήτηση για ξένο νόμισμα αναμένεται να αυξηθεί σταδιακά και έτσι η συναλλαγματική ισοτιμία και τα επιτόκια αναμένεται να εκτοξευθούν, ακολουθούμενα από αύξηση του πληθωρισμού. Οι ισολογισμοί των εταιρειών με υψηλό χρέος σε ξένο νόμισμα θα επιδεινωθούν.
Η δημοσιογράφος Οζλέμ Ντογανέρ στην φιλοκυβερνητική Sabah επιβεβαιώνει την οικονομική κρίση και προειδοποιεί: «Η σταθερότητα στις αγορές εξαρτάται πλέον όχι μόνο από τη νομισματική πολιτική, αλλά από τη γενική πολιτική εικόνα».
Ο υπουργός Οικονομικών Μεχμέτ Σιμσέκ πραγματοποιεί μυστικές συναντήσεις με τραπεζίτες και επιχειρηματίες για να περιορίσει τη ζημιά, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι η οικονομία φθάνει στα όριά της. Όπως παρατηρεί ο Ερντάλ Σαάγλαμ στη Sözcü, «οι επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με καθυστερήσεις πληρωμών, μείωση της παραγωγής και αύξηση της αβεβαιότητας».
Το τελικό ερώτημα είναι αν η οικονομική κρίση θα μεταφραστεί σε πολιτικό κόστος για το καθεστώς.
H Νεβσίν Μενγκού έκανε μια εύστοχη αναφορά στον καθηγητή Στίβεν Κότκιν που επισημαίνει ότι «τα αυταρχικά καθεστώτα έχουν μεγαλύτερο κόστος από τις δημοκρατίες, γιατί απαιτείται τεράστια προσπάθεια για να διατηρηθεί η πίστη των γραφειοκρατών, των επιχειρηματιών και των στελεχών. Και συνήθως αυτό γίνεται εις βάρος της αποτελεσματικότητας και της λογικής».