Βαρθολομαίος: Ιερός «χρυσούς κρίκος», που συνδέει την Μητέρα Εκκλησία με την Εκκλησία της Ελλάδος
Ορόσημο για την τοπική εκκλησία χαρακτήρισε την ανύψωση της Επισκοπής Πολυανής σε Μητρόπολη Πολυανής και Κιλκισίου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, χοροστατούντος στη σημερινή (κυριακή (22/9) Θεία Λειτουργία, στον Ιερό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, στο Κιλκίς.
Ο κ. Βαρθολομαίος υπογράμμισε, ταυτόχρονα, τον ιστορικό ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, διαχρονικά δίπλα στους πιστούς σε δύσκολες εποχές, αλλά και τη συνολική του προσφορά στο Γένος.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης επεσήμανε ότι η ανύψωση της μητρόπολης Πολυανής και Κιλκισίου αποτελεί, «γεγονός σπουδαίο και άξιον του πρέποντος εορτασμού» και ευχαρίστησε για την ευγενή πρόσκληση προς τον ίδιο και τη συνοδεία του να έρθουν «εις την ηρωικήν Μακεδονία» για να μετάσχουν αυτοπροσώπως «της κοινής χαράς».
Ο κ. Βαρθολομαίος τόνισε ότι είναι γνωστές οι μεγάλες ιστορικές περιπέτειες της περιοχής, που κόστισαν, κατά το παρελθόν, πολύ «αίμα χριστιανικό», αλλά και εδάφη της εκκλησιαστικής επικρατείας της τοπικής εκκλησίας, ενώ υπενθύμισε τους αγώνες και τις μεγάλες θυσίες του τοπικού πληθυσμού για να παραμένει πιστός στην Ορθοδοξία και στην Μητέρα Εκκλησία, ιδιαίτερα «όταν η προπαγάνδα του τότε του βουλγαρικού σχίσματος, δια της βίας των όπλων και δια απερίγραπτων ωμοτήτων και ραδιουργειών επιχείρησε να συνεταιρισθεί εκκλησιαστικώς και εθνικώς, τη Μακεδονία και το λαό της».
Επεσήμανε, ακόμη, την παράλληλη δραση της δυτικής προπαγάνδας εκείνη την εποχή και την προσπάθεια της «να εξουνιτίσει το λαό του τόπου, χωρίς ευτυχώς επιτυχία», καθώς, όπως είπε, «η Μητέρα Εκκλησία, από του μαρτυρικού Φαναρίου παρεκκολλούθη τις δυσμενείς εξελίξεις και με υψηλό αίσθημα ευθύνης συνέβαλε, με άξια στελέχη της, διακεκριμένους ιεράρχες, στους αγώνες για τα ιδεώδη του γένους και για την αποκατάσταση της κανονικότητας».
«Ανταπεξήλθον, επιτυχώς εις τας πολλάς πνευματικάς, εκπαιδευτικάς, κοινωνικάς και εθνικάς ανάγκας» είπε ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Ο κ. Βαρθολομαίος επικαλέστηκε για τα ιστορικά γεγονότα αυτά, κείμενα του επισήμου εβδομαδιαίου περιοδικού της εποχής, με τίτλο : «Εκκλησιαστική Αλήθεια», λέγοντας :
«Δύνασθε, να ψηλαφήσετε την αγωνία και τους αγώνας της, όντως εθναρχούσης ακόμη τότε Μητρός Εκκλησίας, υπερ υμών ενταύθα των Μακεδόνων και υπέρ του Γένους ολοκλήρου. Όμως ο φοβερός εκείνος χειμώνας ευτυχώς δεν κράτησε επ’ άπειρον. Χάριν του Θεού, ήρθε η άνοιξη της ευσεβούσης Ρωμιοσύνης και της τακτοποιήσεως των εκκλησιαστικών πραγμάτων, επί τη βάση του Δικαίου».
Οι πρόσφυγες της Κωνσταντινούπολης έφεραν σπουδαίο και ανεκτίμητο πλούτο
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο Οικουμενικός Πατριάρχης και στον ξεριζωμό των προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής και την έλευση τους στην Ελλάδα, όπου διατήρησαν τα ήθη τα έθιμα τους και προσέφεραν πολλά στα νέα εδάφη που εγκαταστάθηκαν.
«Εις την Μικρά Ασία, την ανατολική Ρωμυλία, τη Θράκη, την Καππαδοκία και τον Πόντο, επισυμβαινομενη το 1922 καταστροφή της ημετέρας παρουσίας έφερε εντάξει πλήθος αδελφών μας, ως προσφύγων και εγκατασταθέντες κατέστησαν την μητρόπολη μίαν των πλέον προσφυγικών τοιούτων. Αλλά οι πρόσφυγες δεν έφεραν εδώ μόνο την δυστυχία και την αιφνίδια απόλυτον πενία, έφεραν και ένα σπουδαίο και ανεκτίμητο πλούτο, την ευγένεια της καταγωγής των, την αρχοντιά των, την ευφυΐα των, το φιλότιμο των, την εργατικότητά των, το πείσμα των δια μιαν σύντομον και έντιμον αναδημιουργία και ευδοκίμηση εις τας νέας εστία των. Προπαντώς, όμως, έφεραν την υποδειγματική των ευσέβεια και προσήλωση στα ιερά και στα όσια της εκκλησίας και του γένους, τις Θεοφιλεις παραδόσεις τους, τα ιερά λείψανα των αγίων και τα σεπτά εικονίσματα».