Γ. Γεροντιδάκης: Κάποια πράγματα στη ζωή μας έρχονται και μας βρίσκουν – Είτε ανοίγεις την πόρτα είτε δεν την ανοίγεις
Αν ακούγαμε περισσότερο και μιλούσαμε λιγότερο, θα είχαμε φτιάξει μια καλύτερη καθημερινότητα; Μια καλύτερη κοινωνία, συνεπώς και μια καλύτερη ζωή; Μπορεί να συνέβαιναν όλα αυτά. Μπορεί και όχι. Το εγώ του καθενός δεν μας έχει αφήσει να το δοκιμάσουμε. Ο Γιώργος Γεροντιδάκης υποστηρίζει πως σήμερα δεν ακούει κανείς κανέναν. «Μας αρέσει να μιλάμε για να φιμώνουμε τον άλλον. Φοβόμαστε να ακούσουμε την κριτική. Φοβόμαστε τη σιωπή» σημειώνει.
Συνάντησα τον ταλαντούχο ηθοποιό, που φέτος εμφανίζεται στην τηλεοπτική σειρά «Grand Hotel» που προβάλλεται από τον ΑΝΤ1, στο καφέ του Νομισματικού Μουσείου. Εκεί, στην καρδιά της Αθήνας, είχαμε αρκετή ώρα στη διάθεσή μας και αναπτύξαμε πολλά θέματα. Η συζήτηση ξεκίνησε από τον Ρήγα Αλεξίου, τον ρόλο που ενσαρκώνει στο σίριαλ, καθώς αυτή ήταν η αφορμή για να βρεθούμε, αλλά περπατήσαμε σε αρκετά και διαφορετικά μονοπάτια. Έτσι και αλλιώς, αυτό που έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι πάντα το ταξίδι. «Ο προορισμός θα έρθει και δεν είναι απαραίτητα μια μόνιμη επιτυχία. Επιτυχία είναι η εξέλιξή σου ως άνθρωπος και ως επαγγελματίας» μου είπε.
Πιστεύει πως κάποια πράγματα στη ζωή μας έρχονται και μας βρίσκουν. «Είτε ανοίγεις την πόρτα είτε δεν την ανοίγεις» σημείωσε. Υποστηρίζει πως η εξουσία πρέπει να ανήκει στους νέους. Πριν τους αλλάξει και πριν τους ποτίσει. Δεν θεωρεί πως υπάρχουν λάθος γενιές, αλλά «κλειστά, τυποποιημένα μυαλά, που έχουν τσιμεντωθεί και δεν μπορούν να “πετάξουν”».
Μιλάει με σιγουριά, δίχως έπαρση. Είναι ευγνώμων για όλα όσα του έχουν συμβεί και δουλεύει σκληρά για τα επόμενα. Τους στόχους του αλλά και την υστεροφημία του. Τον απασχολούν και τον ενδιαφέρουν το ήθος και το έργο που θα αφήσει.
Ακολουθεί η συνέντευξη του Γιώργου Γεροντιδάκη στο Newsbeast.
– Ποιος είναι ο Ρήγας του Grand Hotel;
Ρήγας Αλεξίου. Διευθυντής του ξενοδοχείου, ερωτευμένος κυρίως με την εξουσία, ερωτευμένος και με την Αλίκη. Ερωτευμένος και τσακωμένος με την αλήθεια του. Ένας άνθρωπος αδίστακτος. Δεν θα αφήσει κανέναν να του πάρει αυτό που έχει. Πάλεψε πολύ για να μπορέσει να βρίσκεται εκεί που βρίσκεται τώρα. Ένας άνθρωπος της νέας εποχής, απλά με παλαιότερη μορφή και εικόνα.
– Εξουσία ή χρήμα;
Για τον Ρήγα, εξουσία.
– Στην πραγματική ζωή; Τι ενδιαφέρει περισσότερο τον κόσμο αν δεν μπορεί να συνδυάσει και τα δύο; Δύναμη ή λεφτά;
Νομίζω πως το ένα φέρνει το άλλο. Το θέμα είναι τι ικανοποιεί τον καθέναν στο τέλος της ημέρας. Αν του αρέσει να εξουσιάζει με τη θέση που κατέχει και αυτό φέρνει και τα χρήματα ή θέλει να έχει πάρα πολλά χρήματα και να δημιουργεί ή να ασκεί πίεση στους ανθρώπους μέσω αυτών.
– Χωρίς μυστήριο και ίντριγκα, είναι βαρετή η ζωή;
Η ζωή είναι όμορφη ούτως ή άλλως επειδή υπάρχει. Είναι ένα δώρο που δεν το έχουμε αξιοποιήσει σωστά. Δεν το έχουμε καταλάβει. Δεν είναι απαραίτητο να γίνονται όλα αυτά τα οποία προείπες για να είναι όμορφη.
– Βαρετή, όχι όμορφη.
Δεν είναι βαρετή η ζωή. Εμείς είμαστε βαρετοί. Ακόμα κι εδώ που είμαστε τώρα, γύρω μας, οι άνθρωποι δεν κοιτάζουν αυτό που υπάρχει. Υπάρχει φύση, υπάρχουν χρώματα. Εμείς έχουμε χάσει το χρώμα μας και τα βλέπουμε όλα ασπρόμαυρα. Οπότε όχι, δεν είναι βαρετή η ζωή.
– Σε μια μεταβατική περίοδο για τους διωγμένους Έλληνες μετά την καταστροφή της Σμύρνης, το Grand Hotel τονίζει την αντίθεση της πρωτόγνωρης χλιδής και του αγώνα για επιβίωση. Ο έρωτας τρέφεται όντως από τέτοιες αντιθέσεις;
Είναι αντιφατικά, όπως αντιφατική είναι και η ζωή. Είχα κάποια ακούσματα της εποχής εκείνης από την προγιαγιά μου, την οποία και πρόλαβα, και αντιλαμβάνομαι τον πόνο, ασχέτως που δεν τον έχω ζήσει. Τον έχω στα αυτιά μου ως απόηχο. Είναι δύο αντίθετα πράγματα, γιατί θα πρέπει να τονιστεί το πόσο άσχημα φερθήκαμε κι εμείς οι ίδιοι σε αυτούς τους ανθρώπους που ήρθαν. Δεν είναι μόνο τι έζησαν εκεί, αλλά και τι έζησαν εδώ. Εμείς, ενώ ήταν Έλληνες, τους αντιμετωπίσαμε ως Τούρκους και στην Τουρκία ως Έλληνες. Δεν έζησαν απλά μια αντιφατική ζωή αλλά από το ένα άκρο στο άλλο. Από τη μία ημέρα να έχουν σπίτι και από την άλλη τίποτα. Στη δική μας περίπτωση, αυτό που θέλουμε να τονίσουμε περισσότερο δεν είναι η αντιφατική ζωή που μπορεί να έχουν, αλλά το πόσο αυτές οι ιστορίες μπορούν να ενωθούν και να δημιουργήσουν κάτι πολύ όμορφο. Με πόνο φυσικά. Και αυτός ο πόνος αποτυπώνεται και μέσω της μουσικής. Έφεραν μαζί τους πόνο, ένα βαθύ «αχ» που ήρθε και ρίζωσε στην Ελλάδα, γι’ αυτό και έχουμε τα υπέροχα τραγούδια.
– Αν και η σειρά ανήκει στη μυθοπλασία και η βάση της δεν είναι η ιστορία της εποχής, μελετάς τι έχει συμβεί;
Προφανώς και πρέπει να γνωρίζεις ποιον είχες πρωθυπουργό, ποιες κυβερνήσεις είχαν αλλάξει τότε, τι καθεστώς επικρατούσε. Πώς ήταν οι ευγενείς, πώς ήταν οι δούλοι, πώς ήταν οι άνθρωποι που δεν είχαν να φάνε. Προσωπικά διαβάζω ιστορία έτσι κι αλλιώς, οπότε μου πιο εύκολο και οικείο να μπαίνω μέσα σε αυτά τα κομμάτια. Αλλά είναι όμορφο γενικώς να κάνεις αυτά τα ταξίδια. Μπορούμε να μάθουμε πάρα πολλά για το σήμερα. Αυτό νομίζω πως είναι το μεγάλο μυστικό που έχουν δημιουργήσει οι σειρές εποχής. Έχουν μεταφέρει βασικά προβλήματα της τότε εποχής, τα οποία όμως τα ζούμε και τώρα.
– Αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους που ο έλληνας τηλεθεατής αγκαλιάζει και ταυτίζεται με σειρές που διαπραγματεύονται θέματα και καταστάσεις πολλών δεκαετιών πίσω;
Οι σειρές εποχής, μεταξύ άλλων, μας φέρνουν στη χαμένη μας επαφή με τη γη. Ο Έλληνας ψάχνει την επιστροφή του στο χωριό. Η επαφή με τη γη προσφέρει ηρεμία. Το γαλάζιο γαληνεύει το μάτι.
– Σύμφωνοι. Το ακούω και εγώ αυτό. Γιατί όλοι το θέλουν, αλλά λίγοι το κάνουν;
Ζούμε σε μια κοινωνία που τρέχει πάρα πολύ γρήγορα. Θα πρέπει να υπάρχουν κίνητρα, αλλά κι εμείς οι ίδιοι θα πρέπει να τα βρούμε, ο καθένας για τον εαυτό του. Είναι δύσκολο να αλλάξουμε τις συνήθειες και τον τρόπο με τον οποίο ζούμε. Δεν είναι εύκολο να χαλάσουμε τα όνειρα της πρωτεύουσας και να γυρίσουμε πίσω για να δημιουργήσουμε όλα αυτά που υπήρχαν κάποτε και σήμερα έχουν ερημωθεί. Χάθηκαν οι ευκαιρίες εκεί και συγκεντρώθηκαν όλοι στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και στα υπόλοιπα μεγάλα αστικά κέντρα. Έχω την αίσθηση πως όλο και περισσότεροι νέοι σκέφτονται την επιστροφή και το κάνουν.
– Μελλοντικά θα κυνηγούσατε τη συμμετοχή σας σε μια πρωτότυπη σειρά, ίσως και αμφιλεγόμενη, με κίνδυνο τη μη αποδοχή από την πλειοψηφία ή προτιμάτε πιο ασφαλείς, δημιουργικά, δρόμους;
Αυτό που με ενδιαφέρει είναι το ταξίδι. Ο προορισμός θα έρθει και δεν είναι απαραίτητα μια μόνιμη επιτυχία. Επιτυχία είναι η εξέλιξή σου ως άνθρωπος και ως επαγγελματίας. Ειδικά όταν παίρνεις την ευθύνη να ακολουθήσεις ένα επάγγελμα με το οποίο είσαι μόνιμα στην αναζήτηση. Και αυτό είναι ένα από τα ωραία της δουλειάς μας, γιατί είσαι «πεινασμένος» για να διεκδικήσεις κάτι καλύτερο. Αν συνοδευτεί η δουλειά αυτή με μια επιτυχία, φυσικά και είναι ευχάριστο. Έχω πάρει όμως πολλά διδάγματα από δουλειές που δεν ήταν τόσο επιτυχημένες, όπως συζητάμε τώρα τον όρο επιτυχία.
– Ποιο είναι το βασικό κριτήριο να απορρίψετε έναν ρόλο;
Η ιδέα και ο στόχος. Το πλάνο που υπάρχει. Φυσικά και ο ρόλος – αυτό που ζητάνε από εμένα. Αυτό που με κάνει να απορρίψω μια δουλειά είναι και η μη σωστή επικοινωνία με τους ανθρώπους με τους οποίους ετοιμάζομαι να συνεργαστώ. Για παράδειγμα, στις Μέλισσες – από τον κύριο Καραγιάννη, τον κύριο Χαρίτο, τη Μελίνα, τον Πέτρο και όλη την ομάδα, υπήρξε ένας τόσο όμορφος τρόπος προσέγγισης που σε έκαναν να θέλεις να είσαι εκεί. Να είσαι μέλος της ομάδας. Αυτό και μόνο μου αρκούσε για να πω το «ναι», ασχέτως του ενστίκτου που είχα.
– Είναι αλήθεια πως για έναν ηθοποιό η τηλεόραση είναι τα χρήματα και το θέατρο ή ο κινηματογράφος η τέχνη;
Δεν διαχωρίζω τις δουλειές. Δεν λέω πως κάποιος που έχει αυτή την άποψη κάνει καλά ή κακά που την έχει. Για μένα η δουλειά μου, είναι η δουλειά μου. Χαίρομαι όπου κι αν πηγαίνω, είτε είναι κινηματογραφικό πλατό, είτε θέατρο. Είναι το ίδιο ακριβώς πράγμα.
– Μια τηλεοπτική σειρά μπορεί να στείλει μηνύματα στην κοινωνία όπως συμβαίνει με μια ταινία στον κινηματογράφο ή απλά μιλάμε μόνο για ψυχαγωγία και τελικά δεν χρειάζεται να το αναλύουμε περισσότερο;
Γιατί να μην το κάνει; Δεν διαφέρει σε τίποτα. Μπορείς να προσθέσεις υπέροχα πράγματα και στην τηλεόραση. Και η τηλεόραση πλέον απευθύνεται σε πολύ περισσότερο κόσμο, απ’ ό,τι ο κινηματογράφος. Αυτό που θα πρέπει να μας ενδιαφέρει είναι, όταν βλέπει κάποιος κάτι, να λαμβάνει τα ερεθίσματα ώστε να καλυτερεύσει η ζωή του ή να σκεφτεί κάτι παραπάνω. Αυτό μπορείς να το κάνεις με οποιονδήποτε ρόλο – ακόμα και με αυτόν που είχα εγώ στις Μέλισσες, του Μελέτη. Ο κόσμος έχει αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπει τηλεόραση, θέατρο, κινηματογράφο. Πρέπει να το καταλάβουμε αυτό. Το λέω χρόνια: ο κόσμος είναι πολύ πιο έξυπνος απ’ ό,τι νομίζουμε.
– Εργάζεστε στα ιδιωτικά κανάλια. Θα ήθελα να μας πείτε για τον ρόλο που έχει ή που θα έπρεπε να είχε η δημόσια τηλεόραση.
Έχω εργαστεί και στη δημόσια τηλεόραση, σε πιο μικρή ηλικία. Το κομμάτι της δημόσιας τηλεόρασης αρχίζει να με ικανοποιεί. Βλέπω να γίνονται βήματα μπροστά. Βλέπω ωραίες παραγωγές, μια πιο σωστή νοοτροπία στον τρόπο που θέλουν να προσεγγίσουν το κοινό, για να το φέρουν κοντά. Παρακολουθώ τη δημόσια τηλεόραση και, αν θέλουμε να μιλήσομε για τα νούμερα της τηλεθέασης, βλέπω σειρές όπως είναι η Παραλία ή εκπομπές που έχουν αρκετά υψηλή ακροαματικότητα γι’ αυτό που θεωρούμε δημόσια τηλεόραση. Και μπαίνει στον συναγωνισμό με πολύ καλύτερες προοπτικές απ’ ό,τι ήταν κάποτε. Αυτό δίνει ένα κίνητρο στους ανθρώπους για να δουλεύουν με περισσότερη ηρεμία. Θεωρώ πως η δημόσια τηλεόραση πρέπει να δίνει το παράδειγμα. Τα χρήματα που δίνονται για τη δημόσια τηλεόραση θα πρέπει να αποδίδονται και να ευχαριστούνται από τους ανθρώπους που τα πληρώνουν. Να προσφέρει ποιοτικό περιεχόμενο και να είναι παράδειγμα και για τα ιδιωτικά κανάλια. Γιατί μέχρι τώρα είχαμε τα ιδιωτικά κανάλια να δίνουν το παράδειγμα. Νομίζω πως το έχουν καταλάβει. Η τηλεόραση που έχουμε είναι ο πολιτισμός που διαθέτουμε. Αντίστοιχα και με το θέατρο και γενικώς ο τρόπος που συμπεριφερόμαστε έξω στον κόσμο, στους συνάνθρωπους μας, είναι ο πολιτισμός που θέλουμε να παράγουμε. Είμαι αισιόδοξος πως μπορούμε να φτάσουμε ακόμη καλύτερα.
– Η πορεία σας είχε ένα δυναμικό ξεκίνημα. Μόλις 11 χρονών συμμετείχατε σε πρωταγωνιστικό ρόλο, στη βραβευμένη ταινία του Κώστα Καπάκα, Peppermint. Πώς ήταν η εμπειρία σας ως παιδί στον χώρο του κινηματογράφου;
Κάποια πράγματα στη ζωή έρχονται και σε βρίσκουν. Είτε ανοίγεις την πόρτα, είτε δεν την ανοίγεις. Για μένα ανοίχτηκε αυτή η πόρτα. Ένιωσα πολύ άνετα. Πολύ όμορφα. Μου έδωσε έμπνευση, μου έδωσε συνεργασία, ομαδικότητα, επαγγελματισμό. Μου έδωσε την αυστηρότητα και τη σοβαρότητα της δουλειάς. Κάποια στοιχεία τα είχα. Θα μου πεις τα είχες 11 ετών; Ναι, 11 ετών. Δεν μπορώ να πω πως ήταν μια διαδικασία που προξένησε τραύματα. Ίσα – ίσα.
– Θα συμβούλευες να στείλει κάποιος γονιός το παιδί του σε ένα τέτοιο εγχείρημα;
Το έχω κάνει ήδη. Λέω σε αυτά τα παιδιά που ξεκινάνε πως αυτό που έχουν μπροστά τους είναι ευχή και κατάρα. Μου το είχαν πει και μένα κάποτε. Βέβαια αυτό συνδυάζεις όπως θέλεις. Δεν το λέω με βάση τη δική μου ζωή. Είναι μια πολύ όμορφη ευχή το γεγονός πως ξεκινάς και ανοίγουν τα φτερά σου, αλλά να ξέρεις πως δίπλα σου υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι, με όνειρα όπως τα δικά σου, και θα πρέπει όχι να τους ξεπεράσεις αλλά να τους συναγωνιστείς. Εγώ δεν ήμουν ποτέ ανταγωνιστικός και γι’ αυτό μάλλον είμαι και τυχερός. Δεν σκέφτομαι το κακό του άλλου, αλλά τον τρόπο να πάμε μαζί μπροστά. Είμαι τυχερός, γιατί από μικρός έμαθα να δουλεύω και να είμαι επαγγελματίας.
– Είχατε δηλώσει με χιουμοριστική διάθεση στο παρελθόν πως θέλατε να πάρετε μέρος στην ταινία, για να χάσετε μέρες από το σχολείο. Ποιος είναι τελικά ο πραγματικός ρόλος που παίζει το σχολείο στην πορεία ενός δημιουργικού ανθρώπου;
Ζούμε σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο δεν είναι παραγωγικό. Παράγει τυποποιημένες ενέργειες – να μάθω παπαγαλία αυτό, για να γράψω 19 στο διαγώνισμα. Στην πραγματικότητα αυτό που δεν γίνεται ποτέ στο σχολείο, και το βρήκα στη σχολή, είναι η ανοιχτή συζήτηση και το να μην φοβάται το παιδί να ρωτήσει. Ήταν το μεγάλο μου παράπονο από τα σχολικά μου χρόνια. Ειδικά στα μαθήματα των κειμένων, στη γλώσσα. Σαφώς και πρέπει να μάθεις κάποιους κανόνες, αλλά στην πραγματικότητα πρέπει να ανοιχτεί το μυαλό του παιδιού και να ταξιδέψει. Πώς θα γίνει αυτό αν το εκπαιδευτικό σύστημα του βάζει άγκυρες; Εγώ είμαι υπέρ της λογικής των ανοιχτών πανεπιστημίων. Να μπορέσεις να μπεις μέσα και να αποδείξεις πως μπορείς να κάνεις αυτό που θέλεις. Ο χρόνος θα δείξει αν αξίζεις.
-Οι σημερινοί έφηβοι νιώθετε πως τους ενδιαφέρει η μόρφωση, η ενημέρωση, η κουλτούρα;
Οι γενιές έχουν διαφορές. Το θέμα είναι ότι δεν ακούει κανείς κανέναν. Άνθρωποι είμαστε. Μπορούμε απλά να κάνουμε μια όμορφη συζήτηση. Υπάρχει μια μόνιμη κατηγορία των μεγαλύτερων γενεών προς τους νεότερους – και το αντίστροφο. Δεν βγάζει κάπου αυτό. Όλα αυτά έγιναν. Πάμε παρακάτω. Στην πραγματικότητα δεν γίνεται καμία κουβέντα. Φιμώνουμε τους νέους ανθρώπους. Έχουμε γενιές που εκρήγνυνται, γιατί το αίμα τους βράζει, γιατί θέλουν να ζήσουν, πρέπει να παλέψουν και να βγουν στην κοινωνία. Είναι εύκολο να κατηγορούμε. Είναι εύκολο να ακούμε;
– Ακούμε;
Όχι. Όχι, γιατί μιλάμε. Μας αρέσει να μιλάμε για να φιμώνουμε τον άλλον. Όλες οι γενιές έχουν προβλήματα. Πρέπει να συμβαδίζουμε, αλλά δεν το θέλουμε, γιατί φοβόμαστε. Φοβόμαστε να ακούσουμε την κριτική. Φοβόμαστε τη σιωπή. Δεν υπάρχουν γενιές που είναι λάθος. Είναι λάθος τα κλειστά, τυποποιημένα, μυαλά που έχουν τσιμεντωθεί και δεν μπορούν να πετάξουν.
– Τα τελευταία χρόνια το τηλέφωνό σας χτυπάει αρκετά καθώς συμμετέχετε σε σειρές που και διάρκεια έχουν και θεωρούνται επιτυχημένες. Πώς ήταν οι εποχές που δεν σας καλούσαν από μια παραγωγή;
Σε αυτή τη δουλειά πρέπει να είσαι πολύ καλά οργανωμένος και έτοιμος στο να αντεπεξέλθεις σε μια δύσκολη εποχή. Πρέπει να ξεφύγουμε από το εγώ μας και να κοιτάξουμε τι υπάρχει γύρω μας. Να ακούσουμε και να έχουμε ερεθίσματα. Αν κλειστούμε, το τηλέφωνο δεν θα χτυπήσει. Ο σκοπός είναι να είσαι χαρούμενος και να δημιουργείς κάθε φορά μια άτυπη οντισιόν για την επόμενη φορά. Όταν όμως το τηλέφωνο δεν χτυπάει, είναι μια διαδικασία δύσκολη.
– Ποιες είναι οι μεγαλύτερες φοβίες ενός ηθοποιού;
Κυρίως να χάσει τον εαυτό του. Πρέπει να είμαστε δυνατοί και να έχουμε δίπλα μας ανθρώπους να ακουμπήσουμε. Η ζωή είναι εδώ για να μας φέρει αυτά που ζητάμε.
– Κρίνουμε έναν ηθοποιό από το έργο του ή από το ήθος του;
Από το ήθος του. Για μένα αυτό είναι το πρωτεύον ζήτημα.
– Σβήνουμε το έργο του αν αποδειχθεί κάτι παράνομο και ηθικά επιλήψιμο;
Δεν σβήνουμε το έργο του, το έργο του είναι εκεί πάντα. Από την άλλη δεν είμαι από τους ανθρώπους που θα παρακολουθεί, θα τρέξει και θα ξαναδεί με την ίδια θέρμη και αγάπη τη δουλειά του. Πάντως βλέπουμε πως αυτοί που έχουν δημιουργήσει προβλήματα πάνω στη δουλειά, τους έχει αποβάλει η ίδια η δουλειά και ο ίδιος ο κόσμος.
– Τι θα ήταν η ζωή μας χωρίς τους ηθοποιούς, το θέατρο, τον κινηματογράφο;
Θα ήταν κάπως. Δεν έχει λείψει ποτέ έως τώρα, οπότε δεν μπορώ να ξέρω. Αλλά και το γεγονός πως δεν έχει λείψει, κάτι λέει. Οι γενιές έχουν την ανάγκη να εκφραστούν. Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να μιλήσουν, να ακούσουν και να ταξιδέψουν, γιατί στην πραγματικότητα, αυτό το ταξίδι κάνουν. Μαζί με χρώματα και μουσικές.
– Γιατί η συμμετοχή σας σε παράσταση παιδικού θεάτρου είναι ό,τι σημαντικότερο έχετε κάνει, όπως έχετε δηλώσει ο ίδιος;
Γιατί δημιουργεί ακριβώς αυτό που λέω τόση ώρα. Μαθαίνεις εσύ ο ίδιος στα παιδιά την αγάπη, τη συναδελφικότητα, το δίκαιο και το άδικο. Τους δίνεις με έναν τρόπο, άλλοτε λίγο σκληρότερο, άλλοτε με ένα πολύ ωραίο παραμύθι, τι σημαίνει ζωή. Και παράλληλα διδάσκεσαι. Αγαλλιάζεις. Γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος. Παίρνεις απίστευτα μηνύματα, βλέμματα, αγγίγματα γιατί τα παιδιά είναι αθώα και πολύ σκληροί κριτές. Και λένε αλήθειες. Το παιδικό θέατρο, νομίζω, θα έπρεπε να είναι πάνω από το κανονικό. Και πάντα θεωρώ ότι το παιδικό θέατρο δεν είναι για τους μικρούς. Είναι για τους μεγάλους. Για να καταλάβουν και να ξαναμπούν στη διαδικασία τι σημαίνει παιδί. Και να έρθουν κοντά σε συναισθήματα που είχαν όταν ήταν νέοι άνθρωποι.
– Για πείτε μας κάποιες ιδεολογικές απόψεις σας που όταν ήσασταν νέος σας φαίνονταν φοβερές και αδιαπραγμάτευτες και όσο μεγαλώνετε ξεθωριάζουν;
Αυτό το είχαμε γράψει και σε ένα έργο, σε μια θεατρική συναυλία που είχαμε κάνει, λεγόταν «Έξοδος», και μίλαγε για όλο το μεγαλείο μιας γενιάς που χάθηκε. Μια κοπέλα, συνάδελφος, έλεγε σε έναν υπέροχο μονόλογο «η εξουσία πρέπει να ανήκει στους νέους, πριν τους αλλάξει, πριν τους ποτίσει». Συνεχίζω να το πιστεύω. Το μέλλον είναι η νέα γενιά. Τα πράγματα θα καλυτερεύσουν αν ακούμε, αλλά δεν το κάνουμε. Πρέπει να ανοίξουμε τα αυτιά μας. Έχω προσπαθήσει γι’ αυτό. Θέλω οι νέοι να το προσπαθήσουν. Φυσικά θα πρέπει να έχουν τις βάσεις και αυτό μπορεί να διαφοροποιηθεί για το πώς μπορεί να γίνει, αλλά η κεντρική ιδέα δεν έχει ξεθωριάσει και δεν θα ξεθωριάσει – όσο επαναστατικό κι αν ακούγεται, που δεν είναι. Οι νέοι πρέπει να έχουν την εξουσία. Τη νέα ιδέα σε συνδυασμό με ένα ώριμο μυαλό το οποίο να αποφεύγει τα λάθη.