Εκλογές ΠΑΣΟΚ: Η ώρα της αλήθειας – Τα ατού και τα αδύναμα σημεία των έξι υποψηφίων
Η ώρα της αλήθειας έφτασε για το ΠΑΣΟΚ, που θα επιλέξει το στίγμα της επόμενης μέρας για το Κίνημα, μέσω τις επιλογής ενός εκ των έξι υποψηφίων προέδρων.
Στην προεκλογική εκστρατεία των υποψηφίων δεν έλειψαν οι κόντρες και κυρίως τα «καρφιά» που είχαν κυρίως ως στόχο αυτόν που ο κάθε υποψήφιος θεωρούσε κύριο αντίπαλό του, κάτι που αποτυπώθηκε και στο τηλεοπτικό debate, το οποίο άφησε εκτός των εντυπώσεων, που είναι άλλωστε υποκειμενική υπόθεση και μία παρακαταθήκη για το μέλλον των τηλεμαχιών, καθώς κυριάρχησε η πολιτική, έναντι των τοξικών αντιπαραθέσεων.
Η στρατηγική των επιτελείων των υποψηφίων είναι αυτονόητα διαφορετική, καθώς δεν έχουν ούτε την ίδια αφετηρία, ούτε την ίδια πορεία εντός και εκτός του κόμματος, ούτε το ίδιο πολιτικό στίγμα, το οποίο μάλιστα προσπαθούν να κάνουν διακριτικό έναντι των υπολοίπων.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης παρά το ότι δέχθηκε έντονη κριτική για την στρατηγική του και την αποτυχία του κόμματος να σκαρφαλώσει στη δεύτερη θέση, με δεδομένη και την ελεύθερη πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται ότι έχει δημιουργήσει ισχυρό αποτύπωμα στο κόμμα και εμφανίζεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις μεταξύ των δύο πρώτων. Θέλει να επιβεβαιώσει την ηγετική του θέση στο κόμμα, εμφανίζεται ως ο πόλος σταθερότητας και συνέχειας και λόγω του ότι πλέον είναι παρών στη Βουλή μπορεί να αποδείξει ότι είναι υπολογίσιμος αντίπαλος για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Εκείνο το οποίο παραμένει η αχίλλειος πτέρνα για τον νυν πρόεδρο είναι ότι η δυναμική του κόμματος επί προεδρίας του παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα και η άνοδος του κόμματος στη δεύτερη θέση των δημοσκοπήσεων οφείλεται κυρίως στον καταποντισμό του ΣΥΡΙΖΑ, παρά στο ότι έπεισε τους ψηφοφόρους της Κεντροαριστεράς να τον εμπιστευτούν.
Ο Χάρης Δούκας θεωρείται από πολλούς το next big thing για το ΠΑΣΟΚ. Η νίκη στον Δήμο Αθηναίων, με μια ανατροπή που θα μείνει ιστορική, έδωσε ένα νέο πολιτικό βάρος στην παρουσία του, είναι άφθαρτος πολιτικά και θεωρείται από τους υποστηρικτές του ότι μπορεί χωρίς «βαρίδια» να οδηγήσει το κόμμα σε νέα δυναμική, επαναπατρίζοντας παλιούς ψηφοφόρους και φέρνοντας παράλληλα και νεότερους, κοινό στο οποίο υστερεί το κόμμα. Η κριτική απέναντι του επικεντρώνεται στον διπλό ρόλο τον οποίο θα κληθεί να υποστηρίξει αν εκλεγεί και ως δήμαρχος και ως πρόεδρος και πως η εκλογή θα σημάνει μια νέα περίοδο όπου το ΠΑΣΟΚ δεν θα έχει τον αρχηγό του εντός Βουλής, κάτι που είχε συμβεί και με την εκλογή Ανδρουλάκη.
Η Άννα Διαμαντοπούλου επέστρεψε δυναμικά στο κόμμα χρησιμοποιώντας ως ατού την πολιτική της εμπειρία, η οποία είναι μεγαλύτερη έναντι όλων των άλλων υποψηφίων. Εμφανίζεται επίσης ως αυθεντική εκπρόσωπος της «εκσυχρονιστικής» τάσης εντός του ΠΑΣΟΚ, που είχε ως αφετηρία την προεδρία του Κώστα Σημίτη, εμφανίζεται ως έχουσα επιρροή σε ευρύτερα ακροατήρια τόσο στον κεντρώο, όσο και στον συντηρητικό χώρο. Το αδύναμο σημείο της είναι πως είχε αποσυρθεί από τις εσωκομματικές διεργασίες για πάνω από 10 χρόνια, κάποια σενάρια μάλιστα την έφερναν κοντά στον Κυριάκο Μητσοτάκη – κάτι που η ίδια αρνείται- και αυτή η απόσταση, σύμφωνα με τους αντιπάλους της- δεν μπορεί να γεφυρωθεί με μία υποψηφιότητα και προφορικές δεσμεύσεις.
Ο Παύλος Γερουλάνος του οποίου η πολιτική πορεία ταυτίστηκε με αυτή του Γιώργου Παπανδρέου, στου οποίου την κυβέρνηση συμμετείχε, κατάφερε την τελευταία δεκαετία να δώσει ένα δικό του πολιτικό στίγμα και να αφήσει καλές εντυπώσεις σε διάφορες εκλογικές μάχες, τόσο εντός του κόμματος, όσο και στις δημοτικές εκλογές. Επιμένει να μιλά πολιτικά, διατυπώνει προτάσεις, αλλά οι αντίπαλοι του του χρεώνουν ότι αφενός μεν δεν έδειξε ποτέ ότι διαθέτει μεγάλη δυναμική και αφετέρου ότι το πολιτικό του στίγμα δεν μπορεί να αγγίξει λαϊκότερα κοινά, τα οποία αποτέλεσαν ιστορικά παραδοσιακή εκλογή δεξαμενή για το ΠΑΣΟΚ
Ο Μιχάλης Κατρίνης, που ανήκει στη νέα γενιά των στελεχών του ΠΑΣΟΚ, μπορεί να μην έχει το βάθος της πολιτικής εμπειρίας των υπολοίπων, μια αντικειμενική ανάγκη όμως, αυτή της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του κόμματος, την περίοδο που ο Νίκος Ανδρουλάκης ήταν πρόεδρος αλλά εκτός Βουλής, του πρόσθεσε εμπερία και πόντους με τη θητεία του ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και στη συνέχεια ως πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Η κριτική απέναντι του αφορά κυρίως τη δυναμική που μπορεί να δώσει στο κόμμα, καθώς παρά την κοινοβουλευτική του θητεία δεν έχει «μετρήσει» τη δυναμική του σε χώρους πέραν της εκλογικής του περιφέρειας.
Η Νάντια Γιαννακοπούλου ανήκει και αυτή στη νέα γενιά των στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Επιδιώκει να εμφανιστεί ως εκπρόσωπος της ανανέωσης και της επόμενης μέρας με όρους κυβερνησιμότητας. Τα πυρά στρέφονται και κατά του Νίκου Ανδρουλάκη και κατά του Χάρη Δούκα, έχει επιλέξει μια δυναμική στρατηγική, με έντονες παρεμβάσεις. Πολλοί της καταλογίζουν ότι παρά τον δυναμισμό σε ορισμένα θέματα εκφράζει θέσεις συντηρητικότερες απ’ αυτές που παραδοσιακά εκφράζει το κόμμα, ενώ όπως και στην περίπτωση του Μιχάλη Κατρίνη, της αποδίδουν αμφίβολη δυναμική, με δεδομένο μάλιστα ότι δεν έχει περάσει από κοινοβουλευτικές θέσεις ευθύνης, όπως ο ανθυποψήφιός της.