Θεσσαλονίκη: Ξανά στο εδώλιο του Στρατοδικείου 39χρονος για την δολοφονία 25χρονου μπάτλερ
Στο εδώλιο του Πενταμελούς Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, κάθεται ξανά 39χρονος άνδρας που κατηγορείται για την δολοφονία 25χρονου οικιακού βοηθού από τη Σρι Λάνγκα, η σορός του οποίου βρέθηκε να επιπλέει στην πισίνα πολυτελούς σπιτιού που εργαζόταν.
Πρόκειται για δολοφονία δια στραγγαλισμού που αποκαλύφθηκε τον Φεβρουάριο του 2013, με φερόμενο δράστη τον 39χρονο σήμερα γιο της οικογένειας που ζούσε στην Ανατολική Θεσσαλονίκη και θύμα τον 25χρονο υπήκοο από τη Σρι Λάνγκα που εργαζόταν στο πολυτελές σπίτι μαζί με την μητέρα του.
Από τα ευρήματα του ιατροδικαστή προέκυψε ότι ο 25χρονος μετανάστης στραγγαλίστηκε, ενώ σύμφωνα με τα διωκτικά έγγραφα, το κίνητρο της δολοφονίας φέρεται να ήταν σεξουαλικό.
Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθεται εκ νέου ο 39χρονος (σήμερα) γιος της οικογένειας για την οποία εργαζόταν το θύμα, ο οποίος είχε κηρυχθεί αθώος, λόγω αμφιβολιών, στην πρώτη δίκη που έγινε ενώπιον της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης, τον Οκτώβριο του 2021.
Η αθωωτική απόφαση όμως ανατράπηκε στον Άρειο Πάγο ύστερα από αίτηση αναίρεσης που κατέθεσε η μητέρα του θύματος, η οποία κι έγινε δεκτή από το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο. Κατά συνέπεια η υπόθεση επανήλθε στο Στρατοδικείο (σ.σ. είναι αρμόδιο καθώς ο κατηγορούμενος το επίμαχο διάστημα υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία), με άλλη σύνθεση δικαστών – στρατοδικών.
Κατά την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, ο 39χρονος κατηγορούμενος αρνήθηκε την εις βάρος του αποδιδόμενη πράξη της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, δηλώνοντας αθώος, ενώ εξέφρασε τη «μεγάλη θλίψη» του για το θύμα. Στη συνέχεια, στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε η 61 ετών μητέρα του θύματος, η οποία εργαζόταν επί σειρά ετών στην ίδια έπαυλη.
Σε ότι αφορά το σκεπτικό της αναίρεσης αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι η (αθωωτική) απόφαση περιέχει «ενδοιαστικού χαρακτήρα αναφορές και αντιφάσεις, από τις οποίες δημιουργούνται ασάφειες και λογικά κενά, οπότε λόγω ελλιπούς αιτιολογίας στερείται νόμιμης βάσης».
Επίσης, όπως υπογραμμίζεται, το Δικαστήριο «δεν είναι βέβαιο ότι έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε ολόκληρο το περιεχόμενο των παρατιθέμενων αποδεικτικών μέσων, από τη συναξιολόγηση των οποίων αποδεικνυόταν με ασφάλεια η ενοχή του κατηγορούμενου».