Κλινικές μελέτες: Στην 14η θέση η Ελλάδα σε αριθμό δοκιμών και 21η σε αξίες στην Ευρώπη
«Οι κλινικές μελέτες και η φαρμακοβιομηχανία στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης» ήταν το θέμα του 6ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Κλινικών Μελετών και Έρευνας.
Μελέτη για τις κλινικές μελέτες στην Ελλάδα έχει στα χέρια του ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, η οποία αποτυπώνει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στον τομέα, αλλά και τα αδύναμα σημεία στο θεσμικό πλαίσιο, για τα οποία απαιτούνται παρεμβάσεις. Στοιχεία της μελέτης ανακοίνωσε ο κ. Γεωργιάδης στο 6ο Πανελλήνιο Συνέδριο Κλινικών Μελετών και Έρευνας, με θέμα «Οι κλινικές μελέτες και η φαρμακοβιομηχανία στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης» του ΣΑΦΕΕ, την Τετάρτη (20/11/2024). Η μελέτη την οποία διενήργησε ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Κυριάκος Σουλιώτης σε συνεργασία με την PwC, θα παρουσιαστεί ολοκληρωμένα από το υπουργείο Υγείας το επόμενο διάστημα.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, η χώρα μας βρίσκεται στη 14η θέση με 254 μελέτες που διενεργούνται, μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών σε αριθμό κλινικών μελετών. «Δεν είμαστε τόσο χάλια, δεν θα γίνουμε και υπερδύναμη» σχολίασε χαρακτηριστικά ο υπουργός Υγείας. Επισήμανε δε, ότι από το 2019 -δηλαδή κατά τη διακυβέρνηση της ΝΔ- έχει σημειωθεί αύξηση άνω του 30% στον αριθμό των κλινικών μελετών.
Ωστόσο, η Ελλάδα πέφτει στην 21η θέση των ευρωπαϊκών κρατών στην οικονομική αξία των κλινικών μελετών. «Ο αριθμός εξαρτάται από τη γραφειοκρατία, από τις διοικητικές δομές του κράτους, όμως η αξία αφορά αποκλειστικά τις εταιρείες» είπε απευθυνόμενος στη φαρμακοβιομηχανία.
Η Ελλάδα έχει πιο χαμηλό κόστος διεξαγωγής κλινικών μελετών σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη, γι’ αυτό βλέπουμε χαμηλότερες αξίες, εξήγησε ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, Ολύμπιος Παπαδημητρίου, παίρνοντας τον λόγο.
Νωρίτερα, κατά τον χαιρετισμό του στην εκδήλωση είχε αναφερθεί στα αντικίνητρα τα οποία αντιμετωπίζουν οι φαρμακευτικές εταιρείες για να φέρουν κλινικές μελέτες στην Ελλάδα. «Ο θεσμός του επενδυτικού clawback δεν αποδείχθηκε ελκυστικό κίνητρο για την προσέλκυση κλινικών μελετών, γιατί από τα 250 εκατ. ευρώ το 2022-2023, οι κλινικές μελέτες απορρόφησαν μόλις 10 εκατομμύρια» σημείωσε. Ως αντικίνητρα λειτουργούν επίσης, το γεγονός ότι στο επενδυτικό clawback μπορούν να ενταχθούν μόνο καινούριες μελέτες και όχι μακροχρόνιες μελέτες που είναι σε εξέλιξη, ότι το κονδύλι κατανέμεται από κοινού στις παραγωγικές επενδύσεις, ότι στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να αναγνωριστεί το 25% της υποβαλλόμενης δαπάνης, ενώ δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες από τις μητρικές εταιρείες.
Το πλαίσιο όμως δεν είναι καλό ούτε στην Ευρώπη, καθώς το μερίδιο έχει υποχωρήσει από 22% το 2013 σε 12% το 2023, πρόσθεσε ο κ. Παπαδημητρίου. Ως εκ τούτου, η θέση της χώρας μας γίνεται ακόμη πιο δύσκολη.
«Οφείλω να πω ότι υπάρχει προσπάθεια από το υπουργείο Υγείας για τη διευκόλυνση του πλαισίου διεξαγωγής των κλινικών μελετών», ωστόσο χρειάζεται ένα ξεχωριστό πλαίσιο κινήτρων μόνο για τις κλινικές μελέτες.
«Ο σκοπός δεν είναι να δρούμε ανταγωνιστικά με τις παραγωγικές επενδύσεις. Οι οικονομικοί κύκλοι της πολιτείας πρέπει να το δουν πιο καλά αυτό» ανέφερε.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Υγείας έθεσε ως βασικό πρόβλημα την πολυδιάσπαση της διαδικασίας υποβολής και έγκρισης των κλινικών μελετών στην Ελλάδα και προανήγγειλε αλλαγές.
«Αυτό που θα κάνουμε στο υπουργείο Υγείας, είναι να αλλάξουμε το γεγονός ότι σήμερα χρειάζονται πολλά διοικητικά κλιμάκια για να πάρει έγκριση μια μελέτη, κάτι που αυξάνει το χρόνο. Αρα το 2025 θα πάμε καλύτερα» εκτίμησε.
Σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας, η επιτάχυνση της εγκριτικής διαδικασίας των κλινικών μελετών, θα φέρει αύξηση του κύκλου εργασιών στην υγεία και της πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες, και παράλληλα θα γίνει εργαλείο ελάφρυνσης από μέτρα τύπου clawback και διαφόρων επιστροφών. Άρα, είμαστε άρα ανοιχτοί στη συνεργασία με τη φαρμακοβιομηχανία, τόνισε.
Ως προς τη συνεργασία, εκτίμησε ότι το επόμενο διάστημα θα υπάρξει αποτέλεσμα στη συζήτηση για το τριετές σύμφωνο μεταξύ πολιτείας – φαρμακοβιομηχανίας. Την πρώτη εβδομάδα του Δεκεμβρίου, πρόκειται να πραγματοποιηθεί συνάντηση με όλους τους θεσμικούς εκπροσώπους της φαρμακοβιομηχανίας, για να συζητηθούν τα ανοιχτά θέματα και να επιτευχθεί συμφωνία, είπε ο Υπουργός.
Στο επίκεντρο της συμφωνίας θα βρεθεί το clawback και η ανάσχεση της συνεχούς ανοδικής πορείας του, όπως και η ορθολογική χρήση των πόρων τόσο από κλινική όσο και οικονομική σκοπιά. Δίνοντας πάντως μια γεύση για το πώς θα κινηθεί το clawback του 2024, ο υπουργός Υγείας δήλωσε πως το κανάλι του retail φαίνεται πως θα έχει μια αύξηση κατά 3,5%, στο νοσοκομειακό φάρμακο η όποια αύξηση θα είναι ελάχιστη (τείνει στο μηδέν αυτή τη στιγμή), ενώ τα Φάρμακα Υψηλού Κόστους (ΦΥΚ) κινούνται με αύξηση 15%. Αντίστοιχα θα κατανεμηθεί η επιπλέον χρηματοδότηση για το φάρμακο, τόνισε ο υπουργός Υγείας, ακολουθώντας δηλαδή την αύξηση κάθε καναλιού. «Θα καταλάβετε πώς θα μοιραστεί η έξτρα χρηματοδότηση από την πορεία του clawback» ανέφερε και επισήμανε πως τα ΦΥΚ έχουν πλέον τη μεγαλύτερη αύξηση όγκου. Τέλος, ξεκαθάρισε πως «θεωρώ λάθος τα κανάλια να έχουν μεγάλη διαφορά μεταξύ τους» ως προς το ποσοστό των επιβαρύνσεων από τις υποχρεωτικές επιστροφές.