Τι σημαίνει η απόφαση Μπάιντεν να αποχωρήσει για την Χάρις, τους Δημοκρατικούς και τον Τραμπ
Η απόφαση το Τζο Μπάιντεν να αποχωρήσει από την κούρσα για την προεδρία των ΗΠΑ δεν ανατρέπει το πολιτικό σκηνικό μόνο για τους Δημοκρατικούς, οι οποίοι καλούνται να επιλέξουν τον υποψήφιο που θα σταθεί απέναντι στον Τραμπ, αλλά και για τον ίδιο τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών.
Αρχικά το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι ποιος θα είναι ο υποψήφιος των Δημοκρατικών. Πολλοί είναι εκείνοι, ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν που στηρίζουν την αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις. Ο ίδιος ο Μπάιντεν χαρακτήρισε την απόφασή του να την κάνει αντιπρόεδρο πριν από τέσσερα χρόνια την καλύτερη απόφαση που πήρε.
Δεδομένου ότι το συνέδριο των Δημοκρατικών πλησιάζει το τελευταίο που θέλουν στο κόμμα είναι να συνεχιστεί η αβεβαιότητα την οποία τροφοδότησε ο ίδιος ο Μπάιντεν με την απόφασή του να καθυστερήσει την αποχώρησή του μετά το καταστροφικό ντιμπέιτ με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Μονόδρομος η υποψηφιότητα Χάρις;
Γι’ αυτό και η υποψηφιότητα της Χάρις έχει λογική για πρακτικούς και πολιτικούς λόγους. Είναι η επόμενη στην διαδοχή. Επίσης αν αποφασιστεί να μην επιλεγεί, δεδομένου ότι είναι η πρώτη αφροαμερικανή που φτάνει τόσο κοντά στο να διεκδικήσει την προεδρία των ΗΠΑ, τότε η εικόνα που θα βγάλει προς τα έξω το κόμμα θα είναι κακή. Επίσης, η επιλογή της σημαίνει ότι θα έχει πρόσβαση στα ποσά που έχουν συγκεντρωθεί για την προεκλογική εκστρατεία των Δημοκρατικών.
Ωστόσο υπάρχουν και κίνδυνοι. Τα ποσοστά δημοτικότητάς της είναι χαμηλά ενώ απέναντι στον Τραμπ οι αριθμοί φαίνεται να ευνοούν τον πρώην πρόεδρο. Η πορεία της ως αντιπρόεδρος ήταν αν μη τι άλλο ταραχώδης, τουλάχιστον στο πρώτο κομμάτι της θητείας της και κάποιες φορές οι πρώτες εντυπώσεις είναι εκείνες που μένουν. Τέλος, η προσπάθειά της να είναι υποψήφια των Δημοκρατικών για το προεδρικό χρίσμα το 2020 ήταν αποτυχημένη.
Γιατί αυτό το συνέδριο των Δημοκρατικών θα είναι διαφορετικό
Τα τελευταία χρόνια τα αμερικανικά πολιτικά συνέδρια ήταν βαρετά, με κάθε λεπτό να είναι ενορχηστρωμένο. Το Συνέδριο των Ρεπουμπλικανών την περασμένη εβδομάδα κύλισε με βάση αυτό το σενάριο.
Ωστόσο το συνέδριο των Δημοκρατικών στο Σικάγο, τον επόμενο μήνα θα είναι πολύ διαφορετικό. Όλα τα σενάρια που είχαν φτιάξει το κόμμα και το περιβάλλον του Μπάιντεν πήγαν στον κάλαθο των αχρήστων. Ακόμα και αν το κόμμα στηρίζει τη Χάρις θα είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς πως θα θα εξελιχθούν τα πράγματα.
Οι Δημοκρατικοί έχουν να δώσουν μάχη για το προεδρικό χρίσμα από το 1968, όταν το συνέδριό τους πραγματοποιήθηκε συμπτωματικά (και κακόφημα) στο Σικάγο. Σε έναν δυνητικά ανατριχιαστικό παραλληλισμό με το 2024, ο τότε πρόεδρος Λίντον Τζόνσον αποφάσισε να μην διεκδικήσει την επανεκλογή του λίγους μήνες πριν από τις εκλογές.
Η δολοφονία του Ρόμπερτ Φ. Κένεντι άφησε τον Χιούμπερτ Χάμφρεϊ, αντιπρόεδρο του Τζόνσον, ως κύριο αντίπαλο απέναντι στον Γιουτζίν Μακάρθι, τον υποψήφιο κατά του πολέμου του Βιετνάμ.
Η διαδικασία ανάδειξης υποψηφίων επισκιάστηκε από τη βία στους δρόμους του Σικάγο, καθώς δεκάδες χιλιάδες αστυνομικοί και αξιωματικοί της εθνοφρουράς αντιμετώπισαν αντιπολεμικούς διαδηλωτές. Τελικά, ο Χάμφρεϊ κέρδισε το χρίσμα – παρόλο που δεν είχε εμφανιστεί ποτέ σε ψηφοδέλτιο προκριματικών εκλογών της πολιτείας – αλλά στις γενικές εκλογές έχασε από τον Ρίτσαρντ Νίξον.
Χωρίς Μπάιντεν, Μπους και Κλίντον για πρώτη φορά από το 1976
Τα τρία γνωστά επώνυμα στην αμερικανική πολιτική ανήκουν σε υποψήφιους για την προεδρία ή την αντιπροεδρία σε όλες τις προεδρικές εκλογές μεταξύ 1980 και 2020.
Ο Ρεπουμπλικανός Τζορτζ Μπους κατέβηκε ως αντιπρόεδρος του Ρόναλντ Ρίγκαν το 1980 και το 1984, και στη συνέχεια ως υποψήφιος πρόεδρος το 1984 και το 1992.
Ο Μπιλ Κλίντον ήταν υποψήφιος των Δημοκρατικών το 1992 και ξανά όταν διεκδίκησε με επιτυχία την επανεκλογή του το 1996.
Ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος, εξελέγη στην προεδρία ως Ρεπουμπλικανός το 2000 και κέρδισε μια δεύτερη θητεία το 2004.
Ο Μπάιντεν συμμετείχε στο ψηφοδέλτιο των Δημοκρατικών ως υποψήφιος σύντροφος του Μπαράκ Ομπάμα το 2008 και το 2012. Στη συνέχεια, η Χίλαρι Κλίντον, σύζυγος του προέδρου Κλίντον, έγινε υποψήφια των Δημοκρατικών και έχασε από τον Τραμπ το 2016.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Μπάιντεν κέρδισε τον Τραμπ για την προεδρία.
Πως μπορεί να γίνει η ψηφοφορία
Στην πρώτη ψηφοφορία, ο νικητής υποψήφιος θα πρέπει να εξασφαλίσει τις ψήφους της πλειοψηφίας των περίπου 4.000 δεσμευμένων αντιπροσώπων των Δημοκρατικών. Εάν κανένας υποψήφιος δεν κέρδιζε την πλειοψηφία στην πρώτη ψηφοφορία, οι Δημοκρατικοί θα συνέχιζαν σε μια δεύτερη ψηφοφορία, στην οποία θα είχαν την ευκαιρία να ψηφίσουν οι λεγόμενοι «υπερκλητοί».
Οι υπερεκλέκτορες είναι ως επί το πλείστον υψηλόβαθμα στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος και θα πάνε στο συνέδριο χωρίς να είναι δεσμευμένοι σε κανέναν υποψήφιο. Με τους περίπου 700 υπερεκλέκτορες να προστίθενται στη δεξαμενή ψήφων, ο νικητής υποψήφιος θα πρέπει να εξασφαλίσει περίπου 2.300 αντιπροσώπους για να κατακτήσει το χρίσμα.
Τα πράγματα μπορεί να γίνουν χειρότερα αν η Χάρις δεν καταφέρει να ενώσει το κόμμα με αποτέλεσμα να εμφανιστούν άλλοι υποψήφιοι που θα διεκδικήσουν το χρίσμα τόσο μπροστά στην κάμερα όσο και πίσω από τις κλειστές πόρτες.
Για τους Ρεπουμπλικανούς το επιχείρημα του αδύναμου Μπάιντεν χάνεται
Ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικανοί, όπως φάνηκε στο πρόσφατο συνέδριο, στήριξαν την εκστρατεία τους στον αδύναμο κρίκο, που αποδείχθηκε, παράλληλα και ο λάθος στόχος.
Η προεκλογική εκστρατεία στηρίχθηκε πάνω στη δύναμη και τη ζωτικότητα του Τραμπ δίνοντάς του μια θορυβώδη είσοδο, ενώ είχαν προηγηθεί εμφανίσεις του πρώην παλαιστή Χαλκ Χόγκαν και του ιμπρεσάριου του Ultimate Fighting Championship Ντάνα Γουάιτ, καθώς και μια εμφάνιση του Kid Rock.
Οι προσπάθειες να τονιστεί η αδυναμία του κ. Μπάιντεν και η στρατηγική για την απομάκρυνση των νεότερων ανδρών ψηφοφόρων ήταν προφανείς.
Αλλά σε οποιοδήποτε σενάριο τώρα, ο υποψήφιος των Δημοκρατικών θα είναι κάποιος πολύ νεότερος από τον πρόεδρο.
Αν η Χάρις είναι υποψήφια οι Ρεπουμπλικάνοι θα προσπαθήσουν να τη συνδέσουν με τις αποτυχίες της σημερινής κυβέρνησης. Εδώ και μήνες την αποκαλούν «τσάρο των συνόρων».
Αν και η πρώην εισαγγελέας δεν ανήκει σε καμία περίπτωση στην προοδευτική πτέρυγα του κόμματος, προηγούμενες επιθέσεις των Ρεπουμπλικάνων εναντίον της υποδηλώνουν ότι μπορεί να τη χαρακτηρίσουν και ως «ριζοσπαστική αριστερά».
Ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι ο υποψήφιος, οι Ρεπουμπλικάνοι είναι βέβαιο ότι θα κατηγορήσουν τους Δημοκρατικούς ότι κάλυψαν τις ηλικιακές αδυναμίες του Μπάιντεν – και ότι έθεσαν το έθνος σε κίνδυνο.