Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος πολέμου – Το θέατρο του πολέμου στον Λίβανο και η επιμονή των ΗΠΑ
Η προληπτική επίθεση από την πλευρά του Ισραήλ και οι περισσότερες από 300 ρουκέτες από τη Χεζμπολάχ δεν εκπλήσσουν όσο η αμερικανική επιμονή πως υπάρχει περιθώριο εκτόνωσης της κρίσης στην Μέση Ανατολή.
Για ακόμη μία φορά τα γεγονότα έρχονται να διαψεύσουν τους ευσεβείς πόθους. Κανέναν δεν θα πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός πως Ισραήλ και Χεζμπολάχ ανταλλάσσουν πλήγματα καθώς για αυτό έχουν ενημερώσει εδώ και περισσότερες από 30 ημέρες τόσο οι παραστρατιωτικοί στα νότια του Λιβάνου όσο και το υπουργείο Άμυνας στο Τελ Αβίβ.
Η Χεζμπολάχ έχει ξεκαθαρίσει πως δεν θα μείνει αυτή την φορά άπραγη απέναντι στο Ισραήλ το οποίο σήμερα με την «προληπτική» όπως χαρακτήρισε την επιχείρηση από 100 μαχητικά του δίνει το μήνυμα πως παρά την εξουθένωση από τους 10 μήνες πολέμου στο Νότο δεν θα μείνει καθηλωμένο να δέχεται πυρά στο βόρειο τμήμα της χώρας. Και η φιλοιρανική οργάνωση και το Τελ Αβίβ είναι δεδομένο πως μπορούν να μπουν σε ανοιχτό πόλεμο και είναι ξεκάθαρο πως εάν αυτό συμβεί η Μέση Ανατολή θα βιώσει την πιο κρίσιμη στιγμή της τον 21ο αιώνα.
Η αμερικανική επιμονή
Αυτό που θα πρέπει να εκπλήσσει είναι δεδομένα η αμερικανική επιμονή ακόμη και μετά την πρωινή εξέλιξη πως είναι εφικτή μία συμφωνία που θα φέρει κατάπαυση του πυρός στη Γάζα και αποκλιμάκωση σε ολόκληρη την περιοχή. Μετά τα πρωινά γεγονότα και τις ανακοινώσεις από τις δύο πλευρές πως πρόκειται μόνο για την πρώτη φάση μίας διαδικασίας που σχεδιάζεται και παράλληλα κλιμακώνεται εδώ και μήνες ποιος άραγε αναμένει το παραμικρό από τις διπλωματικές διεργασίες που εξελίσσονται στο Κάϊρο;
Οι ευσεβείς πόθοι ακόμη και μίας υπερδύναμης όπως οι ΗΠΑ είναι αδύνατο να ξεπεράσουν τα γεγονότα και τα γεγονότα στην περιοχή πέρα από σαφή είναι και ξεκάθαρα. Δεν υπάρχει σήμερα τρόπος να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα σε κανένα από τα στρατόπεδα και αυτό δεν αποτελεί είδηση. Αυτό που αποτελεί είδηση είναι πως το Ισραήλ επιθυμεί με κάθε τρόπο και το επεδίωξε από την αρχή της κρίσης να ανοίξει όλα τα κεφάλαια μαζί και να τα διαπραγματευτεί με τους δικούς του όρους. Η Χαμάς πνέει τα λοίσθια και η Γάζα έχει στραγγαλιστεί αλλά η Χεζμπολάχ είναι μία πολύ διαφορετική ιστορία.
Οι κινήσεις θυμίζουν πολύ το 2006 όταν και πάλι το Ισραήλ επέλεξε τον δρόμο της εμπλοκής μπαίνοντας σε λιβανέζικα εδάφη και με χερσαίες δυνάμεις. Η απόσταση των 18 ετών όμως έχει ενισχύσει και τη Χεζμπολάχ που εκτός από το μακρύ χέρι της Τεχεράνης στην περιοχή έχει καταφέρει να «μεταμορφώσει» το οπλοστάσιο και την εκπαίδευση των στελεχών της. «Παραδοσιακά» οι απώλειες του Ισραήλ στα εδάφη του Λιβάνου είναι μεγάλες και αυτό δεν θα είναι εύκολο να αλλάξει εάν και πάλι υπάρξει επανάληψη του πολέμου. Θα πρέπει όλοι να γνωρίζουν πάντως πως η Χεζμπολάχ έχοντας την δυναμική επί 10 μήνες να χτυπά με τουλάχιστον 50 ρουκέτες την ημέρα το Βόρειο Ισραήλ είναι και ο μοναδικός «παίχτης» στην περιοχή που έχει υποχρεώσει σε τόσες, μαζικές και πολύμηνες εκκενώσεις το ισχυρό Τελε Αβίβ.
Ο ρόλος της Τεχεράνης
Η Τεχεράνη είναι επίσης ένας παράγοντας που θα πρέπει να εισαχθεί στην συζήτηση που γίνεται το τελευταίο διάστημα αναφορικά με την κλιμάκωση ανάμεσα σε Χεζμπολάχ και Ισραήλ. Το χτύπημα στην Τεχεράνη με το οποίο στις 31 Ιουλίου έχασε τη ζωή του ο Ισμαήλ Χανίγιε αλλά και ο Σούκρε δεν έχει απαντηθεί και το Ιράν συνεχίζει να διατηρεί τα χαρτιά του στα χέρια του. Η σημερινή έξαρση είναι σχεδόν απίθανο να ενταχθεί στην ρητορική της επίσημης ηγεσίας του Ιράν καθώς κάτι τέτοιο θα θεωρείτο de facto υποχώρηση για το εσωτερικό – για τον σκληρό πυρήνα του θεοκρατικού κράτους. Από την άλλη εάν η Χεζμπολάχ είναι σε θέση να εκπέμπει τόσο ηχηρά μηνύματα προς το Ισραήλ η διατήρηση μίας απειλής απάντησης σε άγνωστο χρόνο δημιουργεί μεγαλύτερη πίεση στο Τελ Αβίβ το οποίο εκτός από τους εκατοντάδες χιλιάδες εφέδρους συνεχίζει να διατηρεί στο «κόκκινο» το συναγερμό και για τους πολίτες. Είναι αυτό το «κόκκινο» που πιθανότατα να ενοχλεί σήμερα περισσότερο και από τους ιρανικούς πυραύλους τον Νετανιάχου καθώς αυτός ο συναγερμός και η εμπόλεμη κατάσταση ζημιώνουν σημαντικά την εγχώρια οικονομία.