Δημοσκοπήσεις στις ΗΠΑ: Μάχες στήθος με στήθος και θρίλερ στις «πολιτείες κλειδιά»
Με την εκλογική διαδικασία στις ΗΠΑ να έχει ξεκινήσει σε πολλές Πολιτείες, μέσω της «πρόωρης ψηφοφορίας», οι δημοσκοπήσεις που έχουν γίνει το προηγούμενο διάστημα, ενόψει της 5ης Νοεμβρίου, αναδεικνύουν μάχες στήθος με στήθος ανάμεσα στους δύο υποψηφίους, αλλά και θρίλερ στις λεγόμενες «Πολιτείες – κλειδιά».
Το BBC, σε ανάλυσή του, καταγράφει τις δημοσκοπήσεις που έχουν γίνει μέχρι τώρα και τις επιπτώσεις στις εκστρατείες της Καμάλα Χάρις και του Ντόναλντ Τραμπ.
Ποιος προηγείται στις εθνικές δημοσκοπήσεις;
Η Χάρις είχε ένα μικρό προβάδισμα έναντι του Τραμπ στους εθνικούς μέσους όρους δημοσκοπήσεων από τότε που μπήκε στην κούρσα στα τέλη Ιουλίου και παραμένει μπροστά.
Η Χάρις είδε μια ανάκαμψη στους αριθμούς της στις δημοσκοπήσεις τις πρώτες εβδομάδες της εκστρατείας της, δημιουργώντας προβάδισμα σχεδόν τεσσάρων ποσοστιαίων μονάδων προς τα τέλη Αυγούστου.
Ωστόσο, οι αριθμοί ήταν σχετικά σταθεροί από τις αρχές Σεπτεμβρίου, ακόμη και μετά το μοναδικό ντιμπέιτ των δύο υποψηφίων στις 10 Σεπτεμβρίου, την οποία παρακολούθησαν σχεδόν 70 εκατομμύρια άνθρωποι.
Αν και αυτές οι εθνικές δημοσκοπήσεις είναι ένας χρήσιμος οδηγός για το πόσο δημοφιλής είναι ένας υποψήφιος σε ολόκληρη τη χώρα, δεν είναι απαραίτητα ένας ακριβής τρόπος για να προβλέψουμε το αποτέλεσμα των εκλογών.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν ένα σύστημα εκλεκτόρων, στο οποίο κάθε πολιτεία λαμβάνει έναν αριθμό ψήφων κατά προσέγγιση ανάλογα με το μέγεθος του πληθυσμού της. Συνολικά 538 είναι οι ψήφοι των εκλεκτόρων, επομένως ένας υποψήφιος πρέπει να πετύχει 270 για να κερδίσει.
Υπάρχουν 50 πολιτείες στις ΗΠΑ, αλλά επειδή οι περισσότερες από αυτές σχεδόν πάντα ψηφίζουν για το ίδιο κόμμα, στην πραγματικότητα υπάρχει μόνο μια χούφτα όπου και οι δύο υποψήφιοι έχουν πιθανότητες να κερδίσουν. Αυτά είναι τα μέρη όπου οι εκλογές θα κερδηθούν και θα χαθούν και είναι γνωστά ως «Πολιτείες Swing».
Ποιος κερδίζει στις δημοσκοπήσεις των Πολιτειών swing
Αυτήν τη στιγμή οι δημοσκοπήσεις είναι πολύ κοντά στις επτά πολιτείες που θεωρούνται πεδία μάχης σε αυτές τις εκλογές και κανένας υποψήφιος δεν έχει αποφασιστικό προβάδισμα σε καμία από αυτές, σύμφωνα με τους μέσους όρους των δημοσκοπήσεων.
Στην Αριζόνα, τη Τζόρτζια και τη Βόρεια Καρολίνα, το προβάδισμα έχει αλλάξει χέρια μερικές φορές από τις αρχές Αυγούστου, αλλά ο Τραμπ έχει ένα μικρό προβάδισμα εδώ και μερικές εβδομάδες. Ανάλογη η κατάσταση στη Νεβάδα, αλλά με την Χάρις να είναι ελαφρώς μπροστά αυτή τη στιγμή.
Στις άλλες τρεις πολιτείες – Μίσιγκαν, Πενσυλβάνια και Ουισκόνσιν – η Χάρις προηγείται από τις αρχές Αυγούστου, μερικές φορές με δύο ή τρεις μονάδες, αλλά τις τελευταίες ημέρες οι δημοσκοπήσεις έχουν πλησιάσει σημαντικά.
Και οι τρεις αυτές πολιτείες ήταν προπύργια των Δημοκρατικών προτού ο Τραμπ τις μετατρέψει σε «κόκκινες» (σ.σ. το χρώμα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος) και να κερδίσει την προεδρία το 2016. Ο Μπάιντεν τις πήρε ξανά το 2020 και αν η Χάρις μπορέσει να κάνει το ίδιο, τότε θα είναι σε πορεία για να κερδίσει τις εκλογές.
Ενδεικτικό των αλλαγών που συμβαίνουν είναι το γεγονός ότι και στις έξι προαναφερθείσες Πολιτείες οι Δημοκρατικοί, όταν ήταν υποψήφιος ο Μπάιντεν, ήταν πίσω από τον Τραμπ κατά σχεδόν πέντε ποσοστιαίες μονάδες.
Στην Πενσυλβάνια, ο Μπάιντεν υστερούσε κατά σχεδόν 4,5 ποσοστιαίες μονάδες όταν αποχώρησε. Είναι μια πολιτεία-κλειδί και για τις δύο εκστρατείες, καθώς έχει τον μεγαλύτερο αριθμό εκλεκτόρων από τις επτά Πολιτείες swing και, ως εκ τούτου, η νίκη σε αυτήν της διευκολύνει την συγκέντρωση των 270 ψήφων που απαιτούνται.
Μπορούμε να εμπιστευτούμε τις δημοσκοπήσεις;
Στο ερώτημα εάν οι δημοσκοπήσεις, είναι αξιόπιστες, το BBC, αναφέρει ότι προς το παρόν, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Καμάλα Χάρις και ο Ντόναλντ Τραμπ βρίσκονται σε απόσταση δύο ποσοστιαίων μονάδων σε όλες τις πολιτείες swing – και όταν ο αγώνας είναι τόσο κοντά, είναι πολύ δύσκολο να προβλέψεις τους νικητές.
Οι δημοσκοπήσεις υποτίμησαν την υποστήριξη για τον Τραμπ τόσο το 2016 όσο και το 2020. Οι εταιρείες δημοσκοπήσεων θα προσπαθήσουν να επιλύσουν αυτό το πρόβλημα με διάφορους τρόπους, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο τα αποτελέσματά τους αντικατοπτρίζουν τη σύνθεση του πληθυσμού που ψήφισε.
Αυτές οι προσαρμογές είναι δύσκολο να γίνουν σωστά και οι δημοσκόποι πρέπει ακόμα να κάνουν εμπεριστατωμένες εικασίες σχετικά με άλλους παράγοντες, όπως το ποιος θα παρευρεθεί πραγματικά να ψηφίσει στις 5 Νοεμβρίου.