Ξεκινά σήμερα η δίκη του Βρετανού έφηβου που μαχαίρωσε και σκότωσε τρία κορίτσια στο Σάουθπορτ
Ξεκινά σήμερα (20/01) σε δικαστήριο του Λίβερπουλ η δίκη του 18χρονου Βρετανού έφηβου που μαχαίρωσε και σκότωσε τον περασμένο Ιούλιο στο Σάουθπορτ της βόρειας Αγγλίας, τρία μικρά κορίτσια.
Δράστης της αιματηρής επίθεσης που προκάλεσε σοβαρά επεισόδια σε ολόκληρη τη Βρετανία είναι ο Άξελ Ρουντακουμπάνα.
Κατηγορείται ότι σκότωσε την εξάχρονη Μπίμπι Κινγκ, την επτάχρονη Έλσι Ντοντ Στάνκομπ και την 9χρονη Άλις Ντασίλβα Αγκουιάρ, οι οποίες συμμετείχαν σε ένα παιδικό εργαστήρι χορού με τραγούδια της Τέιλορ Σουίφτ στην ήσυχη αυτή παραθαλάσσια πόλη.
Ο 18χρονος κατηγορείται επίσης για απόπειρα 10 ανθρωποκτονιών, για παραγωγή της τοξικής ουσίας ρικίνη και για κατοχή εκπαιδευτικού εγχειριδίου της αλ Κάιντα.
Στη δίκη του, η οποία αναμένεται να διαρκέσει από τέσσερις έως έξι εβδομάδες και θα διεξαχθεί σε δικαστήριο του Λίβερπουλ, μόνο η εισαγελία θα παρουσιάσει αποδεικτικά στοιχεία και θα καταθέσουν μόνο μάρτυρες κατηγορίας, καθώς ο συνήγορος του Ρουμπακουμπάνα επιβεβαίωσε ότι δεν θα αναπτύξει επιχειρήματα για την αθωότητα του πελάτη του.
Ο γεννημένος στη Βρετανία Ρουντακουμπάνα, ο οποίος ήταν 17 ετών την εποχή των φόνων, δεν δήλωσε αθώος ούτε ένοχος κατά την ακροαματική διαδικασία του Δεκεμβρίου και επομένως ο δικαστής Τζούλιαν Γκουζ κατέγραψε για λογαριασμό του ότι δηλώνει αθώος.
Η υπόθεση δεν αντιμετωπίζεται ως τρομοκρατία
Η αστυνομία ανακοίνωσε ότι η επίθεση δεν αντιμετωπίζεται ως σχετιζόμενη με τρομοκρατία.
Στο Σάουθπορτ ξέσπασαν επεισόδια μετά τις ψευδείς πληροφορίες που εξαπλώθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι ο δράστης ήταν ένας ριζοσπαστικοποιημένος ισλαμιστής μετανάστης.
Οι ταραχές αυτές εξαπλώθηκαν σε όλη τη Βρετανία με επιθέσεις σε τεμένη και ξενοδοχεία που στεγάζουν αιτούντες άσυλο και οδήγησαν σε περισσότερες από 1.500 συλλήψεις με τον πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ να αποδίδει τα επεισόδια σε “ακροδεξιά κακοποιά στοιχεία” .
Το γραφείο του γενικού εισαγγελέα και η τοπική αστυνομία έχουν προειδοποιήσει τα μέσα ενημέρωσης και το κοινό να μη δημοσιεύουν ή αναρτούν τίποτα στα social media που θα μπορούσε να επηρεάσει τη δίκη επισημαίνοντας ότι όποιος παραβιάσει τη σύσταση αυτή θα κινδυνεύει να παραπεμφθεί στη δικαιοσύνη.