Σκέρτσος: Δίκαιη και υπεύθυνη πολιτική το αφορολόγητο των tips στα 300 ευρώ
Δίκαιη και υπεύθυνη πολιτική χαρακτηρίζει την θέσπιση του αφορολόγητου στα φιλοδωρήματα στα 300 ευρώ ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, ο οποίος σε ανάρτησή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξηγεί γιατί δεν θα ίσχυε το ίδιο στην περίπτωση της πλήρους άρσης της φορολόγησης.
Όπως τονίζει ο υπουργός «το ζήτημα της φορολόγησης των φιλοδωρημάτων ισχύει μεν εδώ και 30 χρόνια, παρέμενε δε ανεφάρμοστο έως σχετικά πρόσφατα διότι επικρατούσαν οι συμβατικές πληρωμές με ρευστό. Το ζήτημα μπήκε δικαίως με ένταση στη δημόσια συζήτηση, λόγω της ραγδαίας ψηφιοποίησης των χρηματικών συναλλαγών».
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι λόγοι για τους οποίους μια πλήρης άρση της φορολόγησης των tips δεν θα ήταν μια δίκαιη και υπεύθυνη πολιτική είναι οι εξής:
«Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με τη φορολογική δικαιοσύνη απέναντι σε άλλες κατηγορίες χαμηλόμισθων εργαζομένων που, ωστόσο, δεν είθισται να λαμβάνουν φιλοδωρήματα αλλά φορολογούνται από το πρώτο ευρώ. Ένα άνευ ορίων αφορολόγητο στους εργαζόμενους της εστίασης θα δημιουργούσε μια νέα φορολογική ανισότητα και ένα πλέγμα κινήτρων και αντικινήτρων με απροσδιόριστες συνέπειες σε μια μεγάλη γκάμα χαμηλόμισθων εργαζομένων».
Προστασία των εργαζομένων στην εστίαση
«Ο δεύτερος λόγος αφορά στην προστασία των ίδιων των εργαζομένων στην εστίαση. Ένα πλήρες αφορολόγητο στα tips θα μπορούσε να ωθήσει κάποιους εργοδότες της εστίασης να εξαναγκάζουν καταχρηστικά τους εργαζόμενους τους σε παράνομη ημιδηλωμένη εργασία. Να τους ασφαλίζουν, για παράδειγμα, για part time εργασία ενώ τους αναγκάζουν να δουλεύουν full time, καλύπτοντας μέρος του μισθού τους με τα αφορολόγητα tips. Και ανασφάλιστη εργασία σημαίνει εκμετάλλευση των εργαζομενων στο παρόν και μικρότερη σύνταξη στο μέλλον».
«Η δικαιοσύνη και η προστασία των εργαζομένων και των εισοδημάτων τους από καταχρηστικές πρακτικές είναι, συνεπώς, οι αρχές που οδηγούν σε αυτή την ισορροπημένη και δίκαιη λύση της θέσπισης ενός λογικού αφορολόγητου έως τα 300 ευρώ/μήνα ανά εργαζόμενο.
Καταλήγοντας, σημειώνει πως κατ’ αυτόν τον τρόπο «διατηρείται και νομιμοποιείται ένα εθιμικό δικαίωμα που καλώς έρχεται από το παρελθόν και πρέπει να προστατευθεί σε ένα ραγδαία εξελισσόμενο ψηφιακό περιβάλλον που επιτάσσει για πολλούς λόγους να κάνουμε τη μετάβαση στις ψηφιακές πληρωμές».